Το ξεκίνημά του
Γονείς του ήταν η καθαρίστρια Ellen Frances Marie (Burchell) και ο αχθοφόρος σε ψαραγορά Joseph Micklewhite, που δεν είχαν κάποια σχέση με τις τέχνες. Ασθενικός από παιδί (υπέφερε συχνά από ραχίτιδα), ο Κέιν βίωσε μαζί με τους γονείς και τον αδελφό του, τη δυσάρεστη εμπειρία των βομβαρδισμών του Λονδίνου από τη γερμανική αεροπορία, κατά τη διάρκεια του Β' Π.Π.. Εγκατέλειψε το σχολείο στα 15 του έπειτα από μια κάκιστη πορεία, κάνοντας περιστασιακές δουλειές (όπως στα γραφεία της εταιρείας "Peak Films"), πριν καταταγεί στο βρετανικό στρατό και υπηρετήσει στη Γερμανία και στον πόλεμο της Κορέας. Όταν επέστρεψε στην Αγγλία έπιασε δουλειά σε θέατρο του Σάσεξ σαν βοηθός του διευθυντή σκηνής για λογαριασμό της εταιρείας "Westminster Repertory Company". Μετά πέτυχε να μετάσχει σε μερικές παραστάσεις του "Carfax Theatre", όπου απέκτησε τις πρώτες του θεατρικές εμπειρίες επί σκηνής. Υιοθέτησε το επώνυμο Caine μετά από συμβουλή του ατζέντη του, δανεισμένο από μια αφίσα της ταινίας "Η Ανταρσία του Κέιν (The Caine Mutiny)" (1954).
Έλαβε μέρος σε περισσότερες από 100 τηλεοπτικές παραγωγές συνεργαζόμενες με βρετανικές εταιρείες θεάματος και τελικά έπαιξε στο εμβληματικό έργο "Ζουλού (The Long and the Short and the Tall. Zulu)" (1964), όταν κέρδισε την παγκόσμια προσοχή ερμηνεύοντας εξαιρετικά το ρόλο ενός αριστοκράτη αξιωματούχου. Ωστόσο, η ερμηνεία του ως Χάρι Πάλμερ στην ταινία "Απόρρητος Φάκελος Ίπκρες (The Ipcress File)" του 1965 και "Άλφι, ο Σατράπης (Alfie)" (1966) ήταν εκείνες που του χάρισαν την καθιέρωση. Αξιοσημείωτες ήταν οι παρουσίες του καθόλη τη διάρκεια της δεκαετίας του '60 έως ακόμη και τις αρχές του '00, με έργα όπως τα "Η Κλέφτρα (Gambit)" (1966), "Αποστολή στο Βερολίνο (Funeral in Berlin)" (1966), "Βρόμικο Παιχνίδι (Play Dirty)" (1969), "Η Μάχη της Αγγλίας (Battle of Britain)" (1969), "Ληστεία αλά Ιταλικά (The Italian Job)" (1969, μαζί με τον εμβληματικό Νόελ Κάουαρντ), "Πολύ αργά για Ήρωες (Too Late the Hero)" (1970), "Η Κοιλάδα του Μίσους (The Last Valley)" (1971), "Συλλάβετε τον Κάρτερ (Get Carter)" (1971) κ.α. Το 1972 εμφανίστηκε πλάι στο θρύλο του βρετανικού θεάτρου Λόρενς Ολίβιε στην ταινία του Τζόζεφ Λ. Μάνκιεβιτς "Σλουθ (Sleuth)", που βασίζεται στο ομώνυμο θεατρικό του Άντονι Σάφερ. Τόσο εκείνος όσο και ο Ολίβιε έλαβαν υποψηφιότητα για Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου και έχασαν το βραβείο από τον Μάρλον Μπράντο που κρίθηκε νικητής για την ταινία "Ο Νονός (The Godfather)". Το 1975 πραγματοποίησε ακόμη, μια εντυπωσιακή παρουσία με συμπρωταγωνιστή το Σον Κόνεριστο μνημειώδες Ο Άνθρωπος που θα Γινόταν Βασιλιάς (The Man Who Would Be King) του Τζον Χιούστον καθώς και στο "Ο Αετός που Πάτησε στη Γη (The Eagle Has Landed)" (1976) όταν υποδύθηκε έναν γερμανό ανώτερο αξιωματικό. Το 1978 εμφανίστηκε πλάι στους Γουόλτερ Ματάου, Τζέιν Φόντα και Μάγκι Σμιθ στην ταινία "Καλιφόρνια Οτέλ (California Suite)", βασισμένη στο θεατρικό του Νιλ Σάιμον. Στον αντίποδα, κατηγορήθηκε από τα τέλη του '70 έως τις αρχές του '80 ότι έπαιρνε μέρος σε κατώτερης ποιότητας παραγωγές, για οικονομικούς και μόνο λόγους.
Διακρίσεις
Ξεχώρισε με τη συμμετοχή του στο βραβευμένο "Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα (Educating Rita)" (1983), τιμήθηκε με βραβείο Όσκαρ στο "Η Χάνα και οι Αδελφές της (Hannah and Her Sisters)" του Γούντι Άλεν (1986), αλλά και αρκετά μεταγενέστερα, εντυπωσίασε στα έργα "Γλυκιά Φωνή (Little Voice)" (1998), "Θέα στον Ωκεανό (Cider House Rules)" (1999) (όπου έλαβε το δεύτερό του βραβείο Όσκαρ) και "Τελευταία Εντολή (Last Orders)" (2001). Έλαβε την τελευταία του υποψηφιότητα για βραβείο Όσκαρ το 2002 για την ταινία "Ο Ήσυχος Αμερικανός (The Quiet American)". Τυγχάνει να συγκαταλέγεται μεταξύ των δυο στα χρονικά ηθοποιών (έτερος είναι ο Τζακ Νίκολσον) οι οποίοι έχουν προταθεί σαν υποψήφιοι των βραβείων Όσκαρ κάθε δεκαετία από το 1960 και μετά.
με πληροφορίες απότο wikipedia