Το 1860 έθεσε υποψηφιότητα για τον προεδρικό θώκο, τον οποίο και κέρδισε παρ' όλο που στις νότιες πολιτείες δεν κατόρθωσε να επιβληθεί. Στο μήνυμα προς τον αμερικανικό λαό, τον Μάρτιο του 1861, διακήρυξε πως προσωρινά η δουλεία θα συνεχιζόταν αλλά δεν θα επεκτεινόταν.[2] Οι νότιες πολιτείες όμως είχαν ήδη αποφασίσει για τις επόμενες κινήσεις τους. Οι πολιτείες του Νότου είχαν ήδη σχηματίσει δική τους κυβέρνηση με πρωτεύουσα το Ρίτσμοντ τηςΒιρτζίνια. Τον Απρίλιο του 1861 ξέσπασε ο Αμερικανικός Εμφύλιος Πόλεμος. Την Πρωτοχρονιά του 1863 υπέγραψε το περίφημο διάταγμα για τη χειραφέτηση των μαύρων, το οποίο μπήκε ως τροπολογία στο σύνταγμα το 1865. Το 1864, ύστερα και από τις συνεχείς νίκες του στρατού, εκλέχτηκε για δεύτερη φορά πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών με ποσοστό 55%.
Στις 14 Απριλίου 1865, ενώ βρισκόταν σε θεωρείο στο Θέατρο Φορντ της Ουάσιγκτον, ο Τζον Γουίλκς Μπουθ, ηθοποιός και φανατικός υποστηρικτής των Νοτίων, τον πυροβόλησε με μια σφαίρα στο κεφάλι, ενώ αμέσως μετά φώναξε στα λατινικά «Sic semper tyrannis!», δηλαδή «Έτσι πάντα στους τυράννους!». Ο Λίνκολν μεταφέρθηκε σε γειτονικό σπίτι σε κωματώδη κατάσταση, όπου και εξέπνευσε νωρίς το πρωί της 15ης Απριλίου. Ο δολοφόνος του κυνηγήθηκε από τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες και πολιορκήθηκε σε έναν αχυρώνα στη Βιρτζίνια μετά από 12 μέρες, όπου και τραυματίστηκε από πυροβολισμό των διωκτών του, πεθαίνοντας λίγο αργότερα.
Ο Λίνκολν ήταν παντρεμένος με την Μαίρη Τοντ και είχαν αποκτήσει 4 παιδιά.
Πηγή: wikipedia