Το 1886 προσπάθησε να εκλεγεί χωρίς επιτυχία δήμαρχος Νέας Υόρκης και το 1897 διορίστηκε υφυπουργός ναυτικών. Με τις πολιτικές του κινήσεις ώθησε τις ΗΠΑ στον Ισπανοαμερικανικό Πόλεμο του 1898, όπου συγκρότησε σώμα εθελοντών πολεμώντας στις περισσότερες μάχες. Ο ηρωισμός που επέδειξε ήταν τόσο μεγάλος που ανακηρύχθηκε σε εθνικό ήρωα. Την ίδια χρονιά έγινε κυβερνήτης της πολιτείας της Νέας Υόρκης και το 1900 εκλέχτηκε αντιπρόεδρος των Η.Π.Α. Μετά την δολοφονία του ΜακΚίνλεϊ ανήλθε στον προεδρικό θώκο, όπου επανεξελέγη θριαμβευτικά το 1904. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ήρθε σε οριστική ρήξη με την πλειοψηφία του Ρεπουμπλικανικού κόμματος με αποτέλεσμα να θέσει υποψηφιότητα στις αμερικανικές εκλογές του 1912 ως ανεξάρτητος. Παρά τη μεγάλη δημοτικότητα του δεν κατάφερε να εκλεγεί. Το 1906 κέρδισε το Νόμπελ ειρήνης για την συμβολή του στη λήξη του Ρωσο-Ιαπωνικού πολέμου.
Η εξωτερική του πολιτική μπορεί να χαρακτηριστεί ιμπεριαλιστική. Κατά την εποχή του οι Η.Π.Α. εξασφάλισαν τη Χαβάη και τη διώρυγα του Παναμά. Η προεδρία του σημαδεύτηκε από την κατακόρυφη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, οι οποίες βέβαια κατέστησαν τις Η.Π.Α. στρατιωτική υπερδύναμη. Στον τομέα της εσωτερικής πολιτικής ο Ρούζβελτ ήρθε σε σύγκρουση με τα μεγάλα κεφάλαια και προσπάθησε να περιορίσει την δύναμη των μεγάλων επιχειρήσεων.
Απεβίωσε στις 19 Ιανουαρίου του 1919 στο Όιστερ Μπέι. Ο μετέπειτα πρόεδρος των Η.Π.Α. Φραγκλίνος Ρούζβελτ ήταν μακρινός ξάδερφος του.