Όταν συνομιλούμε παίρνουμε το λόγο με τη σειρά ενώ ο καθένας στρέφει το κεφάλι του στον εκάστοτε ομιλητή ασυναίσθητα. Η συνήθεια αυτή είναι τόσο οικεία ενώ σπάνια συνειδητοποιούμε τη συχνότητά της. Κατά μέσο όρο κάθε στροφή διαρκεί περίπου 2 δευτερόλεπτα ενώ η τυπική διαφορά μεταξύ της μίας από την άλλη είναι μόλις 200 χιλιοστά του δευτερολέπτου, μόλις και μετά βίας αρκετός χρόνος για να ειπωθεί μια συλλαβή.
Ο ίδιος αριθμός εντοπίζεται σε όλους τους πολιτισμούς με μικρές διαφοροποιήσεις. Υπάρχει ακόμα και στη νοηματική γλώσσα. «Πρόκειται για τον ελάχιστο χρόνο που χρειάζεται ένας άνθρωπος για να δώσει μια απάντηση», σχολιάζει ο Stephen Levinson από το Ινστιτούτο Max Planck για την ψυχογλωσσολογία.
Κάθε στροφή διαρκεί περίπου 2 δευτερόλεπτα
Είναι ο χρόνος που χρειάζεται ώστε ένας δρομέας να ακούσει το σήμα του πιστολιού για να εκκινήσει σε έναν αγώνα. Κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης θα μπορούσαμε να δώσουμε πολύ περισσότερες απαντήσεις και να φορτωθούμε με πολύ περισσότερες στροφές. Κάτι τέτοιο ωστόσο δε γίνεται, καθώς συνήθως δαπανούμε χρόνο για να σκεφτούμε τι θα πούμε όταν ο συνομιλητής μας έχει το λόγο. Τον ακούμε προσεκτικά, επεξεργαζόμαστε τα λόγια του χωρίς να το συνειδητοποιούμε και όταν μας δοθεί η ευκαιρία διατυπώνουμε τις σκέψεις μας.
Οι μελετητές του φαινομένου παρατήρησαν την ταχεία φύση των «προφορικών στροφών» κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’70 ωστόσο δεν κατέγραψαν τη χρονική τους διάρκεια. H Tanya Stivers ήταν η πρώτη που έκανε τη μελέτη του χρόνου. «Πήγα στις αυλές των ανθρώπων και τους ρώτησα αν θα μπορούσα να είμαι παρών κατά τη διάρκεια των συζητήσεων τους. Έπιασα μολύβι και χαρτί και ξεκίνησα», είπε η Tanya Stivers.
Οι μελετητές ασχολήθηκαν με διάφορες γλώσσες. Οι στροφές παρουσίασαν μεταξύ τους ομοιότητες, παρά τις όποιες γραμματικές διαφορές των γλωσσών. Η τυπική απόκλιση ήταν μεταξύ τους ήταν 200 χιλιοστά του δευτερολέπτου, ενώ 470 χιλιοστά ήταν για τη γλώσσα που μιλούν οι Δανοί πολίτες.
Όσοι ασχολήθηκαν με το ζήτημα τέλος διαπίστωσαν πως ακόμα και τα βρέφη των έξι μηνών ανταποκρίνονται στους γονείς τους πολύ γρήγορα παρά το γεγονός πως δεν έχουν ακόμα τη δυνατότητα σκέψης. Ο Levinson σημειώνει πως στα άμεσα σχέδια του είναι να μελετήσει τον τρόπο με βάση τον οποίο εξελίχθηκε το σύστημα υπολογισμού της ανταπόκρισης. Το φαινόμενο εντοπίζεται κατά πάσα πιθανότητα και στις προγενέστερες γλώσσες. Οι μεγάλοι πίθηκοι ή οι χιμπατζήδες για να πάρουν σειρά σε έναν διάλογο περιμένουν σινιάλο από το συνομιλητή τους.