Θα έλεγε κανείς ότι βρίσκεται μπροστά σε μια συλλογική άσκηση θάρρους, μια προσπάθεια να τονωθεί το κομματικό ηθικό που δέχεται απανωτά πλήγματα, από την ώρα που ο Αλέξης Τσίπρας και η ηγετική ομάδα περί αυτόν, έκαναν την μνημονιακή προσαρμογή και προσγειώθηκαν με τσακισμένα φτερά στο αφιλόξενο έδαφος των Μνημονίων.
Ένας τακτοποιημένος μικροαστικός και μεσοαστικός κόσμος, στον οποίον μπορούσε κανείς να διακρίνει κάποιες παληές ευγενικές φυσιογνωμίες της Αριστεράς, ανάκατες με όμορφες νεανικές παρουσίες, καλοντυμένους συνδικαλιστές που είναι συνηθισμένοι σε κοινωνικές διαχύσεις, κομματικά στελέχη που περιφέρονταν για να δρέψουν διαθέσεις και κάμποσους γνωστούς από τις εποχές που το κόμμα είχε κοινούς υπαρξιακούς και πολιτικούς κώδικες και ψυχορραγούσε πέριξ του 3% για να μπει στη Βουλή.
Αν δεν υπήρχε η δυνατή μουσική, η σιωπή θα μπορούσε να σου σπάσει τα τύμπανα. Μάταια ο λόγος από τα μεγάφωνα που διέκοπτε τους θούριους προσπαθούσε να διασπάσει μια διάχυτη μελαγχολία και να ανυψώσει στο βάθρο της την κλονισμένη πίστη.
Ενίοτε οι συλλογικές εκδηλώσεις, περιέχουν κάτι μελαγχολικό. Γιατί αυτό που υφέρπει είναι η πικρή γνώση της ματαίωσης. Οι ξεθωριασμένες ελπίδες.
Η μοναδική στιγμή που το στάδιο ζωντάνεψε και τα βλέμματα συγκεντρώθηκαν με ένταση σαν ηλιοτρόπια στο ίδιο σημείο, ήταν όταν η εκφωνήτρια με παλλόμενη από συγκίνηση φωνή, ανήγγειλλε την άφιξη του Αλέξη Τσίπρα, λέγοντας:
«υποδεχόμαστε τον μπροστάρη της αταλάντευτης προσπάθειας για τη νίκη του λαού μας!».
Μια νίκη ανορθόγραφη, που γράφεται με ήττα…