Το πρώτο «επεισόδιο» σημειώθηκε πριν από έναν αιώνα περίπου (1901) και αφορούσε έναν άνδρα που φταρνιζόταν χωρίς όρια και μόνο με τη σκέψη της ερωτικής επαφής. Με αφορμή αυτό, οι επιστήμονες επιβεβαίωσαν πως δεν επρόκειτο για μεμονωμένο περιστατικό και ότι υπάρχουν και άλλα άτομα που εκδηλώνουν το σύμπτωμα όταν κάνουν σεξ ή όταν φτάνουν σε οργασμό.
«Θύματα» του σεξογενούς φταρνίσματος μπορεί να είναι τόσο άνδρες όσο και γυναίκες. Τα ακριβή αίτια του φαινομένου δεν έχουν γίνει πλήρως κατανοητά, ωστόσο οι ειδικοί εκτιμούν ότι έχει νευρολογική προέλευση. Για την ακρίβεια, το φτάρνισμα στην περίπτωση αυτή προκύπτει από ανωμαλία στη δομή του αυτόνομου νευρικού συστήματος, δηλαδή του τμήματος του νευρικού συστήματος που ελέγχει ακούσιες σωματικές διεργασίες, όπως η αναπνοή, η εφίδρωση, το φτάρνισμα ή η σεξουαλική διέγερση.
Με βάση τα πορίσματα των επιστημόνων, το σεξογενές φτάρνισμα προκύπτει όταν τα «καλώδια» του νευρικού συστήματος διασταυρώνονται με αποτέλεσμα τα νευρικά σήματα να εκφράζονται σωματικά με τρόπο διαφορετικό από τον αναμενόμενο.
Παράλληλα, κατατάσσεται σε μια ευρύτερη κατηγορία φαινομένων όπου το φτάρνισμα μοιάζει να πυροδοτείται από φαινομενικά άσχετα ερεθίσματα, όπως το δυνατό φως ή το πολύ φαγητό. Αυτό που ακόμα παραμένει αναπάντητο είναι πώς επηρεάζει το σεξογενές φτάρνισμα την ερωτική ζωή του ατόμου, για παράδειγμα εάν αποτρέπει το άτομο από τη σεξουαλική επαφή. Πιθανότατα το ζήτημα δεν έχει ερευνηθεί λόγω της σπανιότητας του φαινομένου, αφού μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί στην ιατρική βιβλιογραφία μόλις μερικές δεκάδες περιστατικά.