Μοιραία, επιστρατεύουνε τώρα τη γλώσσα των δανειστών. Η στερνή καταφυγή του ανήμπορου όταν όλα γκρεμίζονται γύρω του, είναι να ενδυθεί το ετερόφωτο κύρος των προστατών του…
Ακούς πως αγορεύουν στο κενό, σπαθίζοντας θεατρικά τον αέρα, πως τρέχει η γλώσσα τους πριν από το ξύλινο μυαλό τους, δίνοντας και την παραμικρή τους ικμάδα για να πλουτίσουν την προσωπική τους βιογραφία, με ξένα επιχειρήματα και διακρίνεις στο πρόσωπό τους, το μηδέν που γίνεται φωτοστέφανο.
Στα χείλη τους, οι λέξεις «πατρίδα», «κοινωνία», «μέλλον», «δικαιώματα», «νέα γενιά», «προσδοκίες», κυλιούνται στη λάσπη-κομματιάζονται σφαδάζοντας κάτω από τις αγοραίες ερπύστριες της πολιτικής που τους υπαγορεύεται άνωθεν και η οποία δεν μας περιλαμβάνει στις προτεραιότητές της.
Βεβαίως, πάντοτε αξίζει τον κόπο να αμύνεται κανείς, ιδίως στις εποχές της αναίδειας και της επελαύνουσας παρακμής και ιδίως τώρα που ακόμα και η στεναχώρια μας μοιάζει κι αυτή να έχει παληώσει.
Σαν να φούσκωσαν ανεπαίσθητα τα μαύρα νερά της λήθης κι έχουμε ξεχάσει πότε μπήκαμε σε τούτη τη δίνη των Μνημονίων όπου οι δανειστές, χορεύουνε βαλς στο σφαγείο...
Αν τη βγάλουμε καθαρή από αυτήν τη λαίλαπα, θα΄ χουμε να λέμε ιστορίες. Οικονομική και προσφυγική κρίση, φέρνουν όμως τις αντοχές της ήδη κλονισμένης και περιορισμένης κυριαρχίας χώρας σε οριακό επίπεδο. Και απειλούν εμπράκτως 185 χρόνια από την Επανάσταση να μετατρέψουν την Ελλάδα σε καχεκτικό τουρκικό δορυφόρο.
Αντί για δεκάρικους πανηγυρικούς χρειάζεται να ανασκουμπωθούμε, γιατί πολλοί από μας ακόμα δεν έχουν καταλάβει τις αιτίες όσων μας συμβαίνουν και για τις οποίες, επειδή δεν είμαστε νήπια για να μας νταντεύουν, έχουμε οι ίδιοι βαρειές ευθύνες.
Μας αξίζει καλύτερη μοίρα από τη θέση του ανυπόληπτου παρία. Η μοίρα μας βρίσκεται στα χέρια μας- δεν ωφελεί να γυρεύουμε ξένες πλάτες για να φορτώσουμε αποφάσεις που χρωστάμε στον εαυτό μας, αν θέλουμε να φανούμε αντάξιοι των συλλογικών προσδοκιών και να μη μας πάρει σαν φτερό και χαθούμε από προσώπου γης, ο κρύος άνεμος.
Γιώργος Αρβανίτης