Διαπιστώθηκε ότι από το τέλος της δεκαετίας του ΄90 ελάχιστη βελτίωση έχει υπάρξει στο χάσμα των μαθηματικών επιδόσεων ανάμεσα στα δύο φύλα. Επιπλέον, οι δάσκαλοι -πιθανώς λόγω κάποιας προκατάληψης- έχουν μια τάση, ήδη από την πρώτη δημοτικού, να βάζουν χειρότερους βαθμούς στα κορίτσια στο μάθημα των μαθηματικών, ακόμη και όταν οι επιδόσεις τους ουσιαστικά δεν διαφέρουν από εκείνες των αγοριών.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι σε γενικές γραμμές, αγόρια και κορίτσια, όταν πρωτοπάνε στο νηπιαγωγείο, δεν έχουν πολύ διαφορετικές μαθηματικές ικανότητες. Όμως μέχρι την τρίτη δημοτικού το χάσμα είναι πια ορατό και ακόμη περισσότερο υπαρκτό μεταξύ όσων μαθητών είναι οι καλύτεροι στα μαθηματικά (και συνήθως είναι αγόρια). Έτσι, στο κορυφαίο 1% των μαθητών στα μαθηματικά, στο νηπιαγωγείο τα κορίτσια αποτελούν λιγότερο από το ένα τρίτο του συνόλου, ενώ στη δευτέρα δημοτικού είναι περίπου το ένα πέμπτο.
Οι επιστήμονες επεσήμαναν ότι αυτό είναι ανησυχητικό, επειδή ακριβώς από τα παιδιά αυτά θα προκύψουν οι αυριανοί μαθηματικοί, μηχανικοί, ειδικοί των υπολογιστών κ.α., επαγγέλματα στα οποία σε όλο τον κόσμο υπάρχει υποαντιπροσώπευση των γυναικών μέχρι σήμερα.
Η μελέτη, επίσης, επισημαίνει ότι τα κορίτσια είναι συνήθως πιο μελετηρά από τα αγόρια και αυτό τα βοηθά στις μέσες μαθηματικές επιδόσεις, αλλά όχι εξίσου στις κορυφαίες.
Οι ερευνητές αποδίδουν σε ένα βαθμό την ευθύνη για την επίμονη «ψαλίδα» στις συστηματικά μικρότερες προσδοκίες που έχουν πολλοί δάσκαλοι (καμιά φορά και οι γονείς) από τα κορίτσια στα μαθηματικά. Η νοοτροπία αυτή φαίνεται να αναχαιτίζει το μαθηματικό δυναμικό των κοριτσιών.
Βεβαίως, είναι περιττό να πει κανείς ότι ουκ ολίγα κορίτσια, νέες και γυναίκες διαπρέπουν στα μαθηματικά και στα σχετικά επαγγέλματα.