Το χαμηλό ποσοστό φοροδιαφυγής στη μισθωτή εργασία γεννά υποψίες «συνεννόησης» / «αμοιβαίας συμφωνίας» μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων, για απόκρυψη ενός μέρους ή του συνόλου του μισθού των εργαζομένων, προκειμένου να ωφελούνται όχι μόνον οι εργαζόμενοι, καθώς δεν φορολογούνται για τα εισοδήματα που αποκτούν, αλλά και οι εργοδότες, αφού αποφεύγουν την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων τους.
Οι τομείς της αγοράς στους οποίους «ενδεχομένως», όπως αναφέρεται στην έρευνα, παρατηρείται μεγαλύτερη φοροδιαφυγή είναι ο ιατρικός κλάδος, ο κατασκευαστικός, ο εκπαιδευτικός, ο κλάδος παροχής λογιστικών – χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και ο κλάδος παροχής νομικών υπηρεσιών.
Όσον αφορά το γεωγραφικό κριτήριο, η φοροδιαφυγή, κατά την ανάλυση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος των ετών 2004 – 2005, είναι μεγαλύτερη σε περιοχές όπως η Νότια Ελλάδα, όπου το ποσοστό αδήλωτου εισοδήματος ανέρχεται σε 16%, ενώ στην περιοχή της Αττικής το ποσοστό του αδήλωτου εισοδήματος κυμαίνεται στο 6%.
Τα φυσικά πρόσωπα με υψηλά εισοδήματα φοροδιαφεύγουν περισσότερο, με το ποσοστό αδήλωτου εισοδήματος να ανέρχεται σε 14,7%.
Οι άγαμοι φοροδιαφεύγουν λιγότερο, ενώ οι έγγαμοι και οι έγγαμοι με παιδιά φοροδιαφεύγουν περισσότερο. Ειδικότερα, το ποσοστό αδήλωτου εισοδήματος στους έγγαμους ανέρχεται στο 10,4%, ενώ αυξάνεται σταδιακά μέχρι το 16,7% σε έγγαμους με τέσσερα και πλέον τέκνα.
Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, προκειμένου να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικότερα το πρόβλημα της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας, προτείνονται:
Ηλεκτρονικές συναλλαγές και ηλεκτρονική τιμολόγηση σε όλο το εύρος της εφοδιαστικής αλυσίδας. Μόνο έτσι θα υπάρξει αποτελεσματικός έλεγχος της οικονομικής δραστηριότητας σε όλα τ α μεγέθη επιχειρήσεων.
Παράλληλη στοχευμένη μείωση φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών, γιατί η εδραίωση των ηλεκτρονικών μέσων στις συναλλαγές, με τους ισχύοντες φορολογικούς συντελεστές ενθαρρύνει την παραοικονομία και μπορεί επίσης να καταστρέψει ένα μεγάλο μέρος της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.
Μείωση των εισφορών των εργαζομένων τουλάχιστον κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες, ώστε να βελτιωθεί και η ανταποδοτικότητά τους. Η μείωση αυτή από το πρώτο ευρώ θα ωφελήσει τους μισθωτούς με χαμηλές αποδοχές, ενθαρρύνοντας ειδικά τις μικρότερες επιχειρήσεις να επαναφέρουν στην πλήρως δηλωμένη απασχόληση εργαζομένους που σήμερα εργάζονται σε ημιδηλωμένη ή αδήλωτη απασχόληση.