Προφανώς, είναι άγος για τον πολιτισμό της Εσπερίας, την ώρα που παράγει τόσα αγαθά, να κάνει όλο και πιο δύσκολη την πρόσβαση στην απόκτησή τους. Μοιάζει με ένα παράτολμο «φιδάκι». Ρίχνεις τη ζαριά σου και προχωράς στο κουτάκι που σε φέρνει κάθιδρο λίγο παραπέρα, ή σε οδηγεί ξανά, απογοητευμένο στην αφετηρία.
Το θέμα είναι τι κάνουμε τώρα; Όταν τόσοι άνθρωποι κοιμούνται με χαρτόνια στους δρόμους, την ίδια στιγμή που υπάρχουν τόσα εγκαταλειμμένα σπίτια, το δίλημμα απλοποιείται.
Κάπως έτσι το σκέφτηκε στις 31 Μάρτη η Ανοιχτή Συνέλευση Αναρχικών Γαλατσίου και πήρε την πρωτοβουλία να προχωρήσει στην κατάληψη του κτηρίου επί της οδού Περεσιάδου 8 στο Γαλάτσι.
Το συγκεκριμένο σπίτι, όπως λένε οι ίδιοι, είναι εγκαταλειμμένο εδώ και πολλά χρόνια, βρίσκεται σε άθλια κατάσταση και αποτελεί εστία μόλυνσης για τη γειτονιά και τους κατοίκους.
Στόχος αυτού του εγχειρήματος, εξηγούν, είναι «η δημιουργία ενός αυτοοργανωμένου κοινωνικού χώρου – ανοικτού σε όσους/ες είναι ενάντια σε ιεραρχικές, ρατσιστικές και φασιστικές νοοτροπίες - έτσι ώστε να δημιουργηθούν σχέσεις αλληλεγγύης και ζύμωσης μεταξύ των ατόμων που θα συμμετέχουν σε αυτόν».
Τα παιδιά αυτά, έπιασαν δουλειά, βάλανε φασίνα, βάψανε το σπίτι και το΄ καναν λαμπίκο. Όμως κάποιος… καλοπροαίρετος γείτονας που δεν είδε με καλό μάτι, αυτούς τους «αχαρτογράφητους τύπους» πήρε την Αστυνομία με αποτέλεσμα τέσσερις από αυτούς να καταλήξουν στο Τμήμα της Πατησίων, απ΄ όπου μετά τα σχετικά, αφέθηκαν ελεύθεροι. Ποίο το αδίκημα άλλωστε;
Οι ίδιοι λένε πως «με την κατάσταση να παραμένει αβέβαιη για την συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας και με δεδομένο ότι η Ελπίδα που η κυβέρνηση υποσχόταν προεκλογικά αποδεικνύεται και εμπράκτως ότι δεν έρχεται, θεωρούμε απαραίτητη την συνέχιση του ταξικού-κοινωνικού αγώνα ενάντια σε κάθε μορφή εξουσίας».
Και προσθέτουν ότι «παρά την καταστολή που δεχτήκαμε δεν είμαστε διατεθειμένοι να εγκαταλείψουμε την συγκεκριμένη προσπάθεια, αφού ο σκοπός μας είναι η κοινωνική όσμωση και όχι η αντιπαράθεσή μας με τους κατοίκους της περιοχής».
Το θέμα αυτό, έρχεται από μακρυά. Και σχετίζεται με το «Κίνημα της Αυτομείωσης», όπως ειπώθηκε τότε στην Ιταλία του μακρινού 1973, η δραστική ενέργεια να πληρώνει κανείς ο,τι αγοράζει στην πραγματική του αξία, ή σε τελική ανάλυση να μην το πληρώνει καθόλου, αρνούμενος εμπράκτως τη ληστρική τιμολογιακή πολιτική των κρατικών εταιρειών.
Επρόκειτο για ένα “αυτόνομο” κοινωνικό κίνημα, καθώς δήλωνε ανεξάρτητο από τα κόμματα και τα συνδικάτα. Αρνούμενοι/ες την εκπροσώπηση και την αντιπροσώπευση, όπως έλεγαν, οι εκμεταλλευόμενοι/ες φρόντιζαν να υποστηρίζουν τις ανάγκες τους, χωρίς διαμεσολάβηση και χωρίς καμιά εμπιστοσύνη στους θεσμούς -πιστοί μονάχα στο εδώ και στο τώρα-, χωρίς να περιμένουν μια υποθετική και μακρινή επανάσταση που προετοιμάζεται από τα πάνω.
Το κομμουνιστικό κόμμα και τα συνδικάτα κάλεσαν τον λαό να σφίξει κι άλλο το ζωνάρι, αλλά τα αυτόνομα συμβούλια και οι επιτροπές απάντησαν πως οι προλετάριοι δεν θα θυσιαστούν για την καλή λειτουργία της οικονομίας και υπερασπίστηκαν την απαλλοτρίωση και την αυτομείωση.
Αυτομείωση, είναι η άρνηση καταβολής του συνόλου ή μέρους των τιμών που χρεώνονται για διάφορές υπηρεσίες, ηλεκτρισμού, τηλεφώνου, μεταφορών, ενοικίων, ακόμη και τροφίμων και άλλων καταναλωτικών αγαθών. Πληρώνονταν είτε η παλιά τιμή ή η μισή τιμή, ή τίποτα. Αυτή η μορφή ανυπακοής εξαπλώθηκε σαν φωτιά σε όλη τη χώρα και συχνά υποστηρίχθηκε από τους εργαζομένους στις δημόσιες υπηρεσίες.