Οι ερευνητές έδωσαν σε μια 20μελή ομάδα ανδρών και γυναικών αρχικά τσιπς και τρεις μέρες αργότερα κολοκυθάκια. Πριν και μετά παρακολούθησαν πως επηρεάστηκε η εγκεφαλική τους λειτουργία από τις τροφές. Όπως φάνηκε, ο εγκέφαλος των συμμετεχόντων στο πείραμα, αντέδρασε ιδιαίτερα έντονα μετά την κατανάλωση τσιπς, και μάλιστα με παρόμοιο τρόπο που είχε αντιδράσει στα προηγούμενα πειράματα ο εγκέφαλος των αρουραίων. «Το ενδιαφέρον για εμάς ήταν το γεγονός ότι ανάλογα με τον ΔΜΣ του εκάστοτε ατόμου, άλλαζε στους ανθρώπους ακριβώς η ίδια δομή στον εγκέφαλο που άλλαζε και στους αρουραίους – ο Nucleus accumbens», λέει ο επικεφαλής της έρευνας Αντρέας Χες. Πρόκειται για μια περιοχή που εμπλέκεται στο σύστημα ανταμοιβής του εγκεφάλου. Το τι ακριβώς προκαλεί τις συγκεκριμένες αλλαγές δεν το γνωρίζουν ακόμη οι επιστήμονες, οι οποίοι συνεχίζουν ωστόσο τις έρευνές τους.
Το φαγητό σαν… ναρκωτικό
Ορισμένοι ερευνητές, σύμφωνα με δημοσίευμα της deutsche welle, συγκρίνουν την επίδραση της κατανάλωσης φαγητού στον εγκέφαλο με την αντίστοιχη που προκαλούν τα ναρκωτικά. Η ντοπαμίνη, ο λεγόμενος νευροδιαβιβαστής της ευτυχίας, παίζει μεγάλο σε αυτή τη διαδικασία. Ως εκ τούτου υπάρχει ο κίνδυνος να προκληθεί ένας φαύλος κύκλος, δηλαδή να χρειάζεται κανείς ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες μιας συγκεκριμένης ουσίας προκειμένου να βρεθεί σε παρόμοια κατάσταση ευφορίας, να έχει το ίδιο αίσθημα ανταμοιβής στον εγκέφαλο – κι έτσι να προκαλείται εθισμός.
Στην επιστήμη γίνονται πολλές συγκρουσιακές συζητήσεις με αντικείμενο το ζήτημα του διατροφικού εθισμού, επισημαίνει η Ίζα Μακ από την Πανεπιστημιακή Κλινική του Τύμπινγκεν. Όπως εξηγεί, η διατροφή και το σύστημα ανταμοιβής είναι αλληλένδετα. «Για οτιδήποτε είναι σημαντικό για την αυτοσυντήρηση και την αναπαραγωγή πρέπει να ανταποκριθεί το σύστημα ανταμοιβής». Το γεγονός ότι το σύστημα αυτό αντιδρά ιδιαίτερα στα γλυκά και τα λιπαρά είναι «εξελικτική κληρονομιά» των ανθρώπων, επισημαίνει η Ίζα Μακ. Οι ερευνητές στο Ερλάνγκεν απέκλεισαν ότι η υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι είναι σημαντικός παράγοντας που κάνει τα πατατάκια τόσο αγαπητά. Ωστόσο, η Ίζα Μακ θεωρεί ότι δεν είναι αμελητέος. «Εάν δεν είχαν τα τσίπς αλάτι και μπαχαρικά, τότε δεν θα τα τρώγαμε σε τόσο μεγάλες ποσότητες». Η Ίζα Μακ επισημαίνει ότι η βιομηχανία τροφίμων έχει κάνει ήδη εντατικές δοκιμές προκειμένου να διαπιστώσει ποιο μείγμα συστατικών αρέσει περισσότερο στους καταναλωτές.
Ο ερευνητής Αντρέας Χες έχει πάντως μια πρακτική συμβουλή για όλους όσους τείνουν να αδειάζουν τη σακούλα με τα πατατάκια: «Να τρώνε συνειδητά. Να μην παίρνουν ολόκληρη τη σακούλα μπροστά στην τηλεόραση, αλλά ένα μικρό μπολάκι».