Όλοι συμφώνησαν ότι με τα «μεγάλα δεδομένα» (big data) και τις «παραποιημένες», ή «ψευδείς» ειδήσεις (fake news) γίνεται προσπάθεια να ελεγχθεί - με εντελώς αντιδημοκρατικό τρόπο - η πολιτική συμπεριφορά και διαρρηγνύεται η ατομικότητα κάθε ανθρώπου, αφού το ψηφιακό ίχνος επιτρέπει την πλήρη σκιαγράφηση του ψυχολογικού, καταναλωτικού, συμπεριφορικού, πολιτικού και όποιου άλλου προφίλ του.
Δυο σημαντικές υποθέσεις διεκδίκησης δικαιωμάτων στο διαδίκτυο
Οπαδός της ρύθμισης, αισιόδοξος για την προστασία των δικαιωμάτων στο διαδίκτυο, ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Υπεράσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, πρώην προϊστάμενος του τμήματος ελεγκτών στην Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων Φίλιππος Μίτλεττον, στο μήνυμά του - το ανέγνωσε ο πρόεδρος της ΕΕΔΑ, νομικός, τέως Γενικός Γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης και του υπουργείου Εσωτερικών Γιάννης Ιωαννίδης - αναφέρθηκε με ενθουσιασμό στον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (ΓΚΠΔ) και στις δυο υποθέσεις (Costeja εναντίον Google Ισπανίας, Schrems εναντίον Facebook Ιρλανδίας), όπου απλοί πολίτες δικαιώθηκαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ευρωπαϊκής κατά των εταιρειών-γιγάντων.
Το πρόβλημα δεν είναι η ρύθμιση, είναι αυτοί που θα την κάνουν
Οπαδός της μη-ρύθμισης, ο καθηγητής Επικοινωνίας και ΜΜΕ στο ΕΚΠΑ Γιώργος Πλειός διευκρίνισε ότι δε φοβάται τη ρύθμιση, αλλά αυτούς που θα κάνουν τη ρύθμιση. Κι αυτοί που θα κληθούν να κάνουν τη ρύθμιση, εξήγησε, είναι οι μεγάλοι πάροχοι και οι εταιρείες που διαχειρίζονται το διαδίκτυο: η Apple, η Google, η Microsoft και άλλες. Μέριμνά τους δεν θα είναι να διασφαλίσουν τους πολίτες, αλλά τα συμφέροντά τους. «Αυτούς φοβάμαι, όχι τη ρύθμιση. Τις κυβερνήσεις φοβάμαι. Πόση διαφάνεια υπάρχει στη δράση κυβερνητικών οργάνων; Όλους αυτούς φοβάμαι», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Προκειμένου να αναδείξει τα ερωτήματα της ρύθμισης, αναφέρθηκε στο νομικό πλαίσιο που ετοιμάζεται για το φιλτράρισμα των αναρτήσεων και πρόσθεσε ότι η Τουρκία, παρότι δεν είναι κράτος-μέλος της ΕΕ, παρακολουθεί και υποστηρίζει την εφαρμογή τέτοιων αποφάσεων.
Προσωποποιημένο μήνυμα στις προεκλογικές εκστρατείες, κόκκινη γραμμή για τα προσωπικά δεδομένα.
Την απόλυτη ψηφιακή παρακολούθηση του ψηφοφόρου μέσω των big data, που οδηγεί στον έλεγχο της ψήφου, ανέλυσε ο πολιτικός επιστήμονας, σύμβουλος επιχειρήσεων και στρατηγικής επικοινωνίας Ηλίας Τσαουσάκης. Όπως χαρακτηριστικά είπε, «με τα μεγάλα δεδομένα σιγοψιθυρίζεις στον ψηφοφόρο αυτό που θέλεις, με τον τρόπο που θέλει». Το μήνυμα «είναι τελείως διαφορετικό από χρήστη σε χρήστη».
Όπως εξήγησε, μια τεράστια βάση δεδομένων χρησιμοποίησε πρώτος, στις προεκλογικές εκστρατείες του (2008, 2012), ο Δημοκρατικός πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Μπάρακ Ομπάμα. Μέσω των μεγάλων δεδομένων, η ομάδα του τον τροφοδότησε με νέα μοντέλα προεκλογικής εκστρατείας και πρόγνωσης των προτιμήσεων των ψηφοφόρων. «Ο Ομπάμα έμοιαζε με νέο iPhone που είχε απέναντί του ένα παλιό Motorola, τον (σ.σ. ατυχήσαντα υποψήφιο των Ρεπουμπλικάνων για την προεδρία Τζον) Μακέιν» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Τσαουσάκης.
Ο Ντόναλντ Τραμπ χρησιμοποίησε με ακόμη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα τα «μεγάλα δεδομένα». Η Cambridge Analytica αγόρασε από τη Facebook τα στοιχεία καθημερινής συμπεριφοράς εκατομμυρίων Αμερικανών και τα χρησιμοποίησε για να στήσει την προεκλογική εκστρατεία του μεγιστάνα. Ακόμη και τα υποτιθέμενα «αυθόρμητα» μηνύματά του στο Twitter, δεν ήταν διόλου αυθόρμητα, εξήγησε ο κ. Τσαουσάκης, παραμέμποντας σε μια συνέντευξη της digital manager της Cambridge Analytica, η οποία είπε ότι όλα ήταν προγραμματισμένα με βάση την καθημερινή επεξεργασία των big data. «Το επιτελείο της Χίλαρι Κλίντον είχε οργανική σχέση και συνεργασία με την Google, αλλά ο Ντόναλντ Τραμπ έκανε πυρηνικό πόλεμο», σχολίασε χαρακτηριστικά. «Τις εκλογές κέρδισε αυτός που είχε το μαζικότερο όπλο, που ήταν το facebook και τα στοιχεία με τα οποία τροφοδοτούσε την Cambridge Analytica».
Τα μεγάλα δεδομένα (big data) σε συνδυασμό με τις κατευθυνόμενες, ή παραποιημένες, ή ψευδείς ειδήσεις και την εξατομικευμένη (micro-targeting) προεκλογική εκστρατεία, συμβάλλουν σε μια τεράστια εκστρατεία παραπληροφόρησης, τόνισε ο κ. Τσαουσάκης και αναφέρθηκε στην καμπάνια για το Brexit. «Στην περίπτωση αυτή τα αμφιταλαντευόμενα κοινά ήταν πολύ μεγάλα και χρησιμοποιήθηκε πάλι η Cambridge Analytica, που επιστράτευσε πάλι το micro-targeting και τα fake news». Η προσωποποιημένη επικοινωνία αγγίζει την κόκκινη γραμμή που ακουμπά τα προσωπικά δεδομένα, είπε και τόνισε ότι χρειάζεται ρυθμιστικό πλαίσιο, ώστε ο χρήστης να γνωρίζει τι θα χρησιμοποιηθεί και που θα χρησιμοποιηθεί.
«Στην Ελλάδα», διευκρίνισε, «δεν γίνεται χρήση "μεγάλων δεδομένων" μέχρι στιγμής. Δεν έχουμε τα προηγμένα μοντέλα ανάλυσης που έχουν άλλες χώρες. Προφανώς υπάρχει αξιοποίηση ψηφιακού ίχνους. Ομως άλλο να κάνεις προεκλογική καμπάνια στο facebook και άλλο να παίρνεις δεδομένα από το facebook».
«Αυτορρύθμιση» στη ρητορική μίσους;
Την κυριαρχία της αυτορρύθμισης, ως λύσης στη ρητορική μίσους στα κοινωνικά μέσα, διαπίστωσε η δικηγόρος και μέλος του ΔΣ της ΕΕΔΑ Στεύη Κίτσου, που μίλησε για την παγκοσμιότητα του φαινομένου, το οποίο αντιμετωπίζεται με μεγαλύτερη αυστηρότητα στην Ευρώπη - όπου είναι ακόμα νωπές οι μνήμες από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τις θηριωδίες του - απ' ό,τι στις ΗΠΑ, όπου η ελευθερία της έκφρασης αποτελεί κορωνίδα του συστήματος αξιών.
Η πληροφορία μένει για πάντα στο χώρο του διαδικτύου
Ο δημοσιογράφος της εφημερίδας Η Καθημερινή Γιάννης Παπαδόπουλος υπογράμμισε το «δικαίωμα της ψηφιακής λήθης» και στον στιγματισμό στο διαδίκτυο. Αναφέρθηκε σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, κατά τις οποίες πολίτες προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη, διότι μηχανές αναζήτησης αρνήθηκαν να διαγράψουν πληροφορίες που του στιγμάτιζαν και κατέληξε: «Η πληροφορία υπάρχει πάντα εκεί έξω. Γι αυτό είναι προτιμότερο να μη μιλάμε για λήθη, αλλά για διαγραφή».
Να κατοχυρωθεί ότι κάθε φυσικό πρόσωπο είναι ιδιοκτήτης των δεδομένων του
Σε παρεμβάσεις τους από το κοινό, εκ μέρους του Κινήματος Ελεύθερου Λογισμικού, ο ερευνητής στο Εργαστήριο Διαχείρισης και Βέλτιστου Σχεδιασμού Δικτύων, εκπρόσωπος του ΕΜΠ και αντιπρόεδρος στον Οργανισμό Ανοιχτών Τεχνολογιών (ΕΕΛΛΑΚ) Θόδωρος Καρούνος, υποστήριξε ότι το κλειδί για την προστασία των δικαιωμάτων «είναι να κατοχυρωθεί ότι κάθε φυσικό πρόσωπο είναι ιδιοκτήτης των δεδομένων του».
Τόνισε ότι η προστασία των δεδομένων είναι τεράστιο νομικό και πολιτισμικό ζήτημα και έφερε δυο παραδείγματα: την Κίνα, όπου σε Ινστιτούτο με το οποίο συνεργάσθηκαν, «κάθε βράδυ υπάλληλοι κατέβαζαν "μεγάλα δεδομένα" (big data) και δεν ήξεραν τι σημαίνει προσωπικά δεδομένα». Και τη Φινλανδία, όπου μέσω της πρωτοποριακής πρωτοβουλίας «MYDATA FINLAND», «οι ίδιοι οι πολίτες θα γνωρίζουν ποια δεδομένα τους θα διαθέτει ο ιδιωτικός και ο δημόσιος τομέας, ποιος φορέας συγκεκριμένα τα έχει και ποιος τα ζητάει». Με άλλα λόγια, τόνισε, το συγκεκριμένο σύστημα δίνει δικαιώματα στον πολίτη, δεν τα μεταβιβάζει στην εταιρεία.
Να καθιερωθούν προσωπικές μηχανές αναζήτησης
Εκ μέρους και πάλι του Κινήματος Ελεύθερου Λογισμικού, ο επίκουρος καθηγητής του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου Γιώργος Παπανικολάου υποστήριξε ότι τα δικαιώματα μπορούν να διαφυλαχθούν μόνον όταν το λογισμικό είναι ελεύθερο. Κύριο επιχείρημά του: αυτοί που αναπτύσσουν την τεχνολογία ορίζουν και το περιεχόμενό της. «Οι δυνάμεις της εμπορευματοποίησης επιβάλλουν μια συγκεκριμένη λογική. Γιατί, λοιπόν, να μην στραφούμε σε προσωπικές μηχανές αναζήτησης;»
Αναφερόμενος στα «μεγάλα δεδομένα», σημείωσε: «Προβλήματα αποικιοποίησης χωρών προκύπτουν όταν συγκεντρώνονται "μεγάλα δεδομένα". Γι αυτό να συγκεντρώνουμε όσο το δυνατόν λιγότερα και να αποκεντρώσουμε το διαδίκτυο».
Τη συζήτηση συντόνισε ο επίτιμος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου του ΕΚΠΑ Νίκος Αλιβιζάτος.