Γερμανοί ερευνητές μελέτησαν 30 άτομα με ουλίτιδα. Η σοβαρότητα της ουλίτιδας και τα επίπεδα της οδοντικής πλάκας μετρήθηκαν στη συνέχεια από επαγγελματίες οδοντίατρους.
Οι ερευνητές πήραν δείγματα αίματος και οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια διατροφής.
Οι επιστήμονες χώρισαν στη συνέχεια τυχαία τους συμμετέχοντες σε δύο ομάδες, με τη μία να ακολουθεί αντιφλεγμονώδη διατροφή πλούσια σε φρούτα, λαχανικά, όσπρια, ξηρούς καρπούς και ψάρια και ελάχιστα τρανς λιπαρά, ζάχαρη, γαλακτοκομικά και άλλες πρωτεΐνες ζωικής προέλευσης. Έλαβαν επίσης συμπληρώματα βιταμίνης D.
Τα μέλη της άλλης ομάδας συνέχισαν να ακολουθούν τη συνήθη διατροφή τους. Και οι δύο ομάδες έλαβαν οδηγίες να μην χρησιμοποιούν οδοντικό νήμα ή άλλα μέσα καθαρισμού των διαστημάτων μεταξύ των δοντιών.
Η μελέτη διάρκειας οκτώ εβδομάδων διαπίστωσε ότι σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου, τα μέλη της ομάδας που ακολούθησαν φυτική διατροφή είχαν υψηλότερα επίπεδα βιταμίνης D, έχασαν βάρος και είχαν σημαντικά λιγότερη αιμορραγία ούλων.
Δεν παρατηρήθηκαν διαφορές στη συσσώρευση πλάκας στα δόντια ή στους δείκτες φλεγμονής στο αίμα.
Σύμφωνα με τον βασικό συγγραφέα της μελέτης Johan P Woelber, οδοντίατρο και ερευνητή στο Πανεπιστήμιο του Freiburg, «οι οδοντίατροι πρέπει να δίνουν τις κατάλληλες διατροφικές συστάσεις για τη θεραπεία της ουλίτιδας, η οποία μπορεί να αποτελεί παρενέργεια μιας προ-φλεγμονώδους διατροφής δυτικού τύπου».
Πρόσθεσε επίσης ότι η κακή διατροφή αποτελεί παράγοντα κινδύνου και μία από τις αιτίες φλεγμονής των ούλων.
Τα αποτελέσματα της μελέτης καταδεικνύουν με σαφή τρόπο τη δυνατότητα ελάττωσης της ουλίτιδας με φυσικό τρόπο μέσω της βελτίωσης της διατροφής, η οποία προάγει επίσης τη γενική υγεία.
Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο έντυπο Journal of Clinical Periodontology.