Η εισήγηση των δικαστικών αρχών της ΕΕ έρχεται έπειτα από προδικαστικό αίτημα του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), στο οποίο έχει προσφύγει η εταιρεία ΑΓΕΤ Ηρακλής. Συγκεκριμένα, η εταιρεία που ανήκει στον, γαλλικών συμφερόντων, πολυεθνικό όμιλο Lafarge και δραστηριοποιείται στην παραγωγή, διανομή και εμπορία τσιμέντου από το 2013, στο πλαίσιο προγράμματος αναδιάρθρωσης της παραγωγικής δομής τσιμέντου, αποφάσισε την οριστική διακοπή της λειτουργίας του εργοστασίου της Χαλκίδας, που απασχολούσε 236 εργαζομένους. Ακολουθώντας τη διαδικασία, που προβλέπει ο νόμος 1387/1983, η ΑΓΕΤ Ηρακλής ζήτησε εγγράφως έγκριση από τον υπουργό Εργασίας ώστε να προχωρήσει σε ομαδικές απολύσεις, η οποία απορρίφθηκε.
Η εταιρεία προσέφυγε στο ΣτΕ με αίτημα την ακύρωση της αποφάσεως του υπουργού και το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο υπέβαλε στο Δικαστήριο του Λουξεμβούργου δύο ερωτήματα σχετικά με τη συμβατότητα της ελληνικής νομοθεσίας, αφενός με την οδηγία 98/59/ΕΚ και αφετέρου με τις διατάξεις της Συνθήκης περί της ελευθερίας εγκαταστάσεως και της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων (άρθρα 49 και 63 ΣΛΕΕ).
Αναλυτικά, ο εισαγγελέας προτείνει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να δώσει την ακόλουθη απάντηση στο ερώτημα του ΣτΕ: «Το άρθρο 49 ΣΛΕΕ, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα του άρθρου 16 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, απαγορεύει διάταξη όπως αυτή του άρθρου 5, παράγραφος 3, του νόμου 1387/1983, Ελεγχος των ομαδικών απολύσεων και άλλες διατάξεις, της 18ης Αυγούστου 1983, όπως έχει τροποποιηθεί, η οποία, μεταξύ άλλων, απαιτεί από τους εργοδότες να λαμβάνουν διοικητική έγκριση πριν προβούν σε ομαδικές απολύσεις, και η οποία εξαρτά την εν λόγω έγκριση από τις συνθήκες της αγοράς εργασίας, από την κατάσταση της επιχειρήσεως και από το συμφέρον της εθνικής οικονομίας. Το γεγονός ότι το εν λόγω κράτος-μέλος μπορεί να διέρχεται από οξεία οικονομική κρίση, η οποία συνοδεύεται από πολύ υψηλά ποσοστά ανεργίας, δεν επηρεάζει αυτό το συμπέρασμα».
Πηγή: reporter.gr