Σύμφωνα με τη Real News, πριν καλά-καλά μπουν στο χαρτί οι τελευταίες λεπτομέρειες της τρίπτυχης βραχυπρόθεσμης λύσης, που περιλαμβάνει επιμήκυνση του χρέους στα 32 από 29 έτη, γεγονός που δεν απαιτεί έγκριση από τα ευρωπαϊκά κοινοβούλια (εξού και ο μικρός χρόνος επιμήκυνσης), την οριστικοποίηση ενός «ταβανιού», πάνω από το οποίο δεν θα αυξηθούν τα επιτόκια του χρέους, και την αποφυγή του πέναλτι των 200 εκατ. ευρώ λόγω μη επιστροφής δανεικών ύψους 10 δισ. ευρώ (που χρησιμοποιήθηκαν στο PSI II), έχουν βγει τα μαχαίρια μεταξύ Βρυξελλών και Ουάσιγκτον, με καταλύτη το Βερολίνο.
Οι δύο διαφωνίες
Το πρώτο μπρα ντε φερ μεταξύ Ευρωπαίων και Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου αφορά το ύψος των ετήσιων χρηματοδοτικών αναγκών του ελληνικού χρέους.
Η Ουάσιγκτον επιμένει ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο και, σε συνδυασμό με τις συντηρητικές εκτιμήσεις για τη μελλοντική αύξηση του ΑΕΠ, το ποσοστό 15% για εξυπηρέτηση του χρέους είναι πολύ βαρύ για την ελληνική οικονομία.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, ζητούν το ποσοστό να κινηθεί στο 10% του ΑΕΠ. Κάτι που ούτε καν συζητούν οι Ευρωπαίοι, ενώ οι πληροφορίες αναφέρουν ότι τους προκαλεί εκνευρισμό και επιμένουν από την πλευρά τους το ποσοστό να κατέβει στο 14,5%.
Πηγές που συμμετέχουν στη διαπραγμάτευση για το χρέος τονίζουν ότι η διαφωνία είναι έντονη και θα ενταθεί εντός του Οκτωβρίου όταν το ΔΝΤ θα κληθεί να συντάξει την Έκθεση Βιωσιμότητας για το ελληνικό χρέος, λαμβάνοντας υπόψη τη βραχυπρόθεσμη λύση που προτείνει ο ESM.
Το ζήτημα προβληματίζει ιδιαίτερα την Αθήνα, καθώς μπροστά της έχει ορισμένες πολύ δύσκολες ως προς το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους χρονιές:
Το 2022 όταν η Ελλάδα πρέπει να πληρώσει 33,362 δισ. ευρώ (χρεολύσια και τόκους), το 2023 το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους φθάνει τα 28,737 δισ. ευρώ (χρεολύσια και τόκους) και το 2024 στα 24,505 δισ. ευρώ (χρεολύσια και τόκους).
Το δεύτερο χάσμα απόψεων είναι το πλέον ουσιαστικό. Αφορά την προστασία του ελληνικού χρέους από τον κίνδυνο της επικείμενης αύξησης των επιτοκίων.
Το ΔΝΤ επιμένει στο κλείδωμα των επιτοκίων στο 1,5%-1,6% (συμπεριλαμβανομένων όλων των μορφών δανείων του χρέους, όπως έντοκα τα οποία έχουν επιτόκιο 3%, άλλες λήξεις με μεγαλύτερο επιτόκιο κ.ά.), χωρίς όμως να συζητά το ενδεχόμενο για τα δάνεια που το ίδιο έχει δώσει στην Ελλάδα και φέρουν επιτόκιο 4%.
Πηγή: reporter.gr