Την αρχή της καριέρας του, την έκανε στην Αθήνα το 2004 όταν, εθελοντικά συνέδραμε με τις υπηρεσίες του την Ελληνική Αστυνομία με σκοπό να εντοπίσει παράνομα αρχαία.
Μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια, σε συνεργασία με την Αστυνομία, εργάστηκε σε πάνω από 178 υποθέσεις, ανακαλύπτοντας κλεμμένα έργα τέχνης σε τοπικά μοναστήρια καθώς, και σε επιχειρήσεις σε όλη την Ελλάδα. Ακόμη, βοήθησε τις Ελληνικές Αρχές να επαναπατρίσουν παράνομα έργα που βρίσκονταν σε συλλογές του Μουσείου Paul Getty στο Λος Άντζελες.
Σήμερα, ο ίδιος διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη μικρή ομάδα αρχαιολόγων που κυνηγούν κλεμμένα αρχαία ανά τον κόσμο.
«Οι άνθρωποι χρειάζεται να δουν την αλήθεια πίσω από αυτά τα αντικείμενα και όχι αυτό που παρουσιάζεται στα μουσεία και στην αγορά» αναφέρει ο ίδιος ως έναν από τους λόγους που τον ώθησε να ασχοληθεί με τον συγκεκριμένο τομέα. Ο ίδιος, μέχρι πέρυσι βρισκόταν στο τμήμα εγκλημάτων κατά έργων τέχνης του Πανεπιστημίου της Γλασκώβης όπου εργαζόταν ως ερευνητής, ενώ έλαβε το Διδακτορικό του από το Πανεπιστήμιο του Cambridge.
Μάλιστα, ο κ. Τσιρογιάννης κατάφερε να διασφαλίσει μία θέση στην ομάδα που είχε πρόσβαση στην κατασχεμένη φωτογραφική συλλογή του Giacomo Medici, ενός εμπόρου έργων τέχνης, που καταδικάστηκε από δικαστήριο της Ρώμης για κλοπή αρχαίων αντικειμένων το 2004. Η συλλογή, περιελάμβανε πολλές ποσότητες θρυμματισμένων φωτογραφιών Polaroid, τα οποία ο έμπορος πούλησε.
Ο κ. Τσιρογιάννης ανέφερε πως έχει ταυτοποιήσει τουλάχιστον 1.100 αντικείμενα μέσα στον θησαυρό φωτογραφιών και αρχείων που έχει πρόσβαση και τα οποία έχουν κατασχεθεί καθώς ανήκαν σε καταδικασμένους Βρετανούς και Ιταλούς εμπόρους. Περίπου 300 από αυτά τα αντικείμενα, τα οποία προέρχονταν από Μουσεία, γκαλερί και οίκους δημοπρασιών, τα επαναπάτρισε στην Ελλάδα και την Ιταλία.
«Ο Χρήστος είναι μπελάς για τους οίκους δημοπρασιών, και δίνει στους εμπόρους λόγους να σταματήσουν πριν ψωνίσουν το οτιδήποτε» λέει η Lynda Albertson, CEO της Ένωσης εγκλημάτων τέχνης.
Παρά τις έρευνές του και την επιτυχία του ο ίδιος λέει πως το κυνήγι παράνομων αντικειμένων βρίσκεται ακόμα «στην αρχή του» καθώς λίγα είναι τα μουσεία και τα πανεπιστήμια που έχουν προσλάβει ερευνητές ή έχουν προσθέσει στα μαθήματα που προσφέρουν διαλέξεις που θα βοηθήσουν τους νέους αρχαιολόγους να διακρίνουν τα κλεμμένα αρχαία. Ακόμα και η έρευνά μου είναι άμισθη, συνεχίζει.
«Ο πολιτισμός είναι προς πώληση, και οποιοσδήποτε πάει ενάντια σε αυτό το κέρδος αγνοείται ή περιθωριοποιείται», λέει και προσθέτει πως, «παρόλα αυτά, η ηθική επιβράβευση από αυτό είναι το κίνητρό μου».