Ο Αλόνσο Κιχάνο από τη Μάντσα, ένας αθεράπευτα ρομαντικός ξερακιανός γέροντας, μισότρελος από τη συνεχή ανάγνωση ιπποτικών μυθιστορημάτων, ρομάντζων και παραμυθιών, αποφασίζει να αναβιώσει τον ιπποτικό θρύλο και ξεκινά καβάλα στο ψωριάρικο άλογο του, ντυμένος με την τενεκεδένια πανοπλία του και τα αληθινά όπλα του, για να πολεμήσει το Κακό όπου το βρει, να υπερασπίσει το δίκαιο και τους αδύναμους, και να κερδίσει μ’ αυτόν τον τρόπο την καρδιά της Δουλτσινέας του, που ποτέ του δεν την έχει δει.
Μαζί με έναν χωριάτη, που τον μετατρέπει σε πιστό του υπηρέτη, τον καλοκάγαθο αλλά και κουτοπόνηρο Σάντσο Πάντσα, που τον ακολουθεί όπου πηγαίνει καβάλα στο γαϊδουράκι του, θα καταδυθεί στις πιο απίθανες περιπέτειες.
Βήμα προς βήμα, μέσα από κωμικές και ταυτόχρονα τραγικές ή επικές καταστάσεις, θα αρχίσει να χάνει κάθε επαφή με την πραγματικότητα και να μπαίνει όλο και πιο βαθιά μέσα στο όνειρο, στο δικό του όνειρο, μετατρέποντας όλα τα στοιχεία της καθημερινής ζωής σε στοιχεία του ονείρου του. Τελικά, μέσα από όλα αυτά, θα γίνει αληθινός ιππότης, και βέβαια από τότε δεν θα μπορεί να υπάρξει ιπποτικός θρύλος χωρίς τη σκιά του Δον Κιχώτη μέσα του.