Τη χάρη όταν περπατάς στο φως, διασχίζεις τους δρόμους αφήνοντας τον εαυτό σου ελεύθερο να παρατηρεί τα χρώματα, τα πρόσωπα, τους ήχους, δεν τη συγκρίνω με τίποτα. H πόλη σε εγρήγορση, το μυαλό μου το ίδιο. Μόνιμη εγρήγορση. Λίγες μέρες βρίσκομαι εδώ κι όμως όλα είναι γνώριμα. Μόλις άρχισε και το ψιλόβροχο. Οι άνθρωποι εδώ είναι συνηθισμένοι.
Μια περίεργη γυναικεία μορφή στέκεται μπροστά μου εδώ και ώρα. Εκείνη δέχεται αβίαστα τη βροχή κι εγώ κρατώ την ομπρέλα. Μα οι άνθρωποι τούτης της πολιτείας έχουν μάθει να ζουν με τη βροχή. Φορά γκρίζο μακρύ παλτό που καλύπτει το σώμα της κι ένα μάλλινο μαύρο κασκόλ για να κόβει το τσουχτερό κρύο. Οι εικόνες μου είναι άγνωστες, δεν ισχύει το ίδιο και για τις σκέψεις. Μια ανησυχία, μια συνεχής επανάληψη.
Εξάλλου είναι αναπόφευκτο. Όταν βαδίζουμε μέσα στις άγνωστες πτυχές του εαυτού μας, ταξιδεύοντας προς το άγνωστο, σίγουρα θα περάσουμε από γνώριμους σταθμούς, από γνώριμα μονοπάτια και γνώριμους σταθμούς. Η ματιά μας θα πέφτει πάνω σε σημάδια που και στο παρελθόν προσέξαμε. Διαδρομές σαν κύκλος.
Δεν πρόκειται για έλλειψη έμπνευσης ή αδυναμία. Είναι γιατί η ζωή, όπως και ο πίνακας ζωγραφικής έχει ανάγκη από βασικά χρώματα για να πάρει ζωή, χρώματα που θα αγκαλιαστούν, θα δέσουν μεταξύ τους και θα εκτιναχθούν ακόμη πιο πέρα.
Κ.Α.