Η πρώτη αεροπορική τραγωδία με θύμα ποδοσφαιρική ομάδα σημειώθηκε στις 4 Μαΐου του 1949, όταν το αεροπλάνο που μετέφερε τη μεγάλη Τορίνο προσέκρουσε στον λόφο Σουπέργκα του Τορίνο, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους όλοι οι επιβαίνοντες ποδοσφαιριστές της.
Ο πρόεδρος της Βραζιλίας Μικέλ Τεμέρ εξέφρασε τη θλίψη του για τα θύματα της συντριβής
Η Τορίνο ήταν βασίλισσα του ιταλικού ποδοσφαίρου τη δεκαετία του ’40 ενώ παράλληλα θεωρούνταν μια από τις σπουδαιότερες ομάδες της Ευρώπης. Στις 3 Μαΐου του 1949 αντιμετώπισε στη Λισαβόνα την Μπενφίκα, σ' ένα φιλικό παιχνίδι προς τιμήν του άσσου των «αετών» Φρανσίσκο Φερνάντεζ, ο οποίος αποχωρούσε από την ενεργό δράση. Κατά την επιστροφή της αποστολής στο Τορίνο, το αεροπλάνο, τύπου Fiat G-212, της εταιρείας Avio Linee Italiane (θυγατρική της FIAT), έπεσε σε ομίχλη λίγο προτού προσγειωθεί στο αεροδρόμιο του Τορίνο, προσέκρουσε στον λόφο Σουπέργκα, που υψώνεται στα νότια της πόλης, και συνετρίβη.
Από τους 31 επιβαίνοντες (4 μέλη του πληρώματος, 3 δημοσιογράφοι, 18 ποδοσφαιριστές, 6 παράγοντες και μέλη του τεχνικού επιτελείου) κανείς δεν επέζησε. Ανάμεσα στους νεκρούς συμπεριλαμβάνονταν σπουδαία ονόματα του ιταλικού ποδοσφαίρου της εποχής εκείνης, όπως οι διεθνείς Βαλέριο Μπατσικαλούπο, Βαλεντίνο Ματσόλα (πατέρας του μετέπειτα σπουδαίου μέσου της Ίντερ Σάντρο Ματσόλα), Άλντο Μπαλαρίν και Ρούμπενς Φαντίνι. Μόνο δύο ποδοσφαιριστές φάνηκαν τυχεροί, καθώς δεν ταξίδεψαν στη Λισαβόνα: ο Σάουρο Τομά, που ήταν τραυματίας, και ο Λουίτζι Τζουλιάνο (προπονητής του Αιγάλεω την περίοδο 1966-1967), ο οποίος δεν πρόλαβε να βγάλει διαβατήριο.
Στις 6 Φεβρουαρίου 1958, ένα αεροπλάνο που μετέφερε πίσω στην πατρίδα την αποστολή της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ συνετρίβη κατά την απογείωσή του από το αεροδρόμιο Ριμ του Μονάχου, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 23 από τους 43 επιβαίνοντες. Η πτήση τσάρτερ της British Airways προερχόταν από το Βελιγράδι, όπου οι «Μπέμπηδες» του Ματ Μπάσμπι είχαν αποσπάσει ισοπαλία 3-3 από τον Ερυθρό Αστέρα και είχαν προκριθεί στην επόμενη φάση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης.
Τις πρώτες πρωινές ώρες της 6ης Φεβρουαρίου, το ελικοφόρο Airspeed Ambassador προσγειώθηκε στο Μόναχο για ανεφοδιασμό. Το μοιραίο συνέβη στις 03.04 τα ξημερώματα, κατά την τρίτη προσπάθεια απογείωσης, λόγω χιονοθύελλας. Το αεροπλάνο απέτυχε να κερδίσει ύψος και κατέπεσε σε ένα χωράφι δίπλα στο αεροδρόμιο. Τα συνεργεία διάσωσης ανέσυραν νεκρούς 7 ποδοσφαιριστές (Τζεφ Μπεντ, Ρότζερ Μπερν, Έντι Κόλμαν, Μαρκ Τζόουνς, Ντέιβιντ Πεγκ, Τόμι Τέιλορ και Λίαμ Γουίλαν), 7 δημοσιογράφους, 4 στελέχη της ομάδας, 2 μέλη του πληρώματος και δύο φιλάθλους. Ο σπουδαίος ποδοσφαιριστής Ντάνκαν Έντουαρντς υπέκυψε λίγες μέρες αργότερα στα βαριά τραύματά του σε νοσοκομείο του Μονάχου.
Οι γερμανικές Αρχές κατηγόρησαν τον πιλότο Τζέιμς Θέιν ως υπαίτιο του δυστυχήματος, επειδή δεν ολοκλήρωσε τη διαδικασία αποπαγοποίησης των φτερών του αεροπλάνου. Η British Airways τον απέλυσε αμέσως και χρειάστηκαν 10 χρόνια δικαστικών αγώνων για να απαλλαγεί από κάθε κατηγορία.
Στις 13 Οκτωβρίου 1972, 16 από τους 40 επιβάτες μιας πτήσης τσάρτερ επέζησαν ύστερα από αεροπορικό δυστύχημα. Παρέμειναν 72 μέρες καθηλωμένοι σε συνθήκες πολικού ψύχους στις Άνδεις, χωρίς να σταματήσουν να ελπίζουν κι επιδιδόμενοι σε κανιβαλισμό για να επιβιώσουν. Για τους επιζήσαντες ήταν ένας εφιάλτης, παρότι ο κόσμος αποκάλεσε αργότερα την περιπέτειά τους «Το Θαύμα των Άνδεων».
Στις 12 Οκτωβρίου 1972, ένα δικινητήριο ελικοφόρο αεροσκάφος τύπου Fairchild Hiller FH-227D της Πολεμικής Αεροπορίας της Ουρουγουάης, με πενταμελές πλήρωμα και 40 επιβαίνοντες, απογειώθηκε από το Μοντεβιδέο με προορισμό το Σαντιάγο της Χιλής. Μετέφερε την ομάδα ράγκμπι Old Christians Club, που θα έδινε φιλικό αγώνα στην πρωτεύουσα της Χιλής, αλλά και συγγενείς, φίλους και γνωστούς των παικτών.
Κατά τη διάρκεια της πτήσης, ο καιρός επιδεινώθηκε κι έτσι ο έμπειρος κυβερνήτης του αεροπλάνου, σμήναρχος Χούλιο Σέζαρ Φεράδας, επέλεξε να προσγειωθεί στην πόλη της Αργεντινής Μεντόσα, στους πρόποδες των Άνδεων, όπου οι επιβάτες και το πλήρωμα διανυκτέρευσαν. Την επομένη, οι καιρικές συνθήκες δεν είχαν βελτιωθεί, αλλά ο πιλότος ενέδωσε στις πιέσεις των επιβατών και αποφάσισε να απογειωθεί για το Σαντιάγο, αφού πήρε το πράσινο φως από τον πύργο ελέγχου.
Στη διαδρομή το αεροσκάφος αντιμετώπισε έντονες αναταράξεις, τις οποίες οι 40 επιβάτες διαχειρίστηκαν με χαμόγελα και χωρίς φόβο. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν 19 ή 20 ετών και για πολλούς ήταν το πρώτο τους ταξίδι με αεροπλάνο.
Ωστόσο, πάνω από τη Χιλή το αεροπλάνο αντιμετώπισε πρόβλημα, έχασε ύψος, προσέκρουσε σε μία κορυφή των Άνδεων, έχασε τμήμα της ουράς του και συνετρίβη στο χιόνι. Δώδεκα από τους επιβαίνοντες σκοτώθηκαν ακαριαία, ενώ ακόμη πέντε υπέκυψαν στα τραύματά τους την πρώτη νύχτα.
Οι 28 διασωθέντες, καταπονημένοι και τραυματισμένοι κάποιοι από αυτούς, άρχισαν να δίνουν τον αγώνα της επιβίωσης μέσα στις άγριες πολικές συνθήκες των Άνδεων. Βρίσκονταν σε υψόμετρο 3.600 μ., χωρίς τροφή, με περιορισμένο οξυγόνο και χωρίς νέα για την τύχη τους, καθώς τα σωστικά συνεργεία είχαν χάσει τα ίχνη τους. Η τροφή τους από εδώ και στο εξής θα ήταν τα πτώματα των συνεπιβατών τους.
Στις 21 Οκτωβρίου ένας από τους διασωθέντες πέθανε και στις 29 Οκτωβρίου μία χιονοστιβάδα αποτελείωσε άλλους οκτώ. Μέχρι τις 11 Δεκεμβρίου ακόμη τρεις είχαν χάσει τη ζωή τους.
Στις 12 Δεκεμβρίου, δύο από τους επιζήσαντες, ο Νάντο Παράδο και ο Ρομπέρτο Κανέσα, αποφάσισαν να ξεκινήσουν μία απέλπιδα πορεία προς το άγνωστο.
Έπειτα από δεκαήμερη πεζοπορία, για καλή τους τύχη βρέθηκε στον δρόμο τους ένας ορεσίβιος μεταφορέας, ονόματι Σέρχιο Καταλάν, που τους περιέθαλψε και ειδοποίησε τις Αρχές, οι οποίες είχαν διακόψει τις έρευνες. Μέχρι τις 23 Δεκεμβρίου και οι υπόλοιποι 14 διασωθέντες του αεροπορικού δυστυχήματος είχαν μεταφερθεί σώοι και ασφαλείς στο Μοντεβιδέο.
Το αεροπορικό δυστύχημα των Άνδεων και η οδύσσεια των διασωθέντων ενέπνευσε τη συγγραφή βιβλίων, ταινιών μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, ακόμη και μιούζικαλ.