Λίγο πριν το Μουντιάλ του 1962 τα δυο αστέρια γνωρίζονται και ερωτεύονται κεραυνοβόλα. Ο Γκαρίντσα χωρίζει τη γυναίκα του και μητέρα των εφτά παιδιών του και προκαλεί την λαϊκή κατακραυγή –όλοι τα βάζαν με την αντροχωρίστρα Έλζα.
Ο άνθρωπος που σύμφωνα με τον συναρπαστικό Ουρουγουανό δημοσιογράφο και συγγραφέα Εδουάρδο Γκαλεάνο «ήταν αυτός ο μόνος που κατάφερε να δώσει χαρά σε τόσους πολλούς», ο Μανουέλ Ντος Σάντος Φρανσίσκο Γκαρίντσα, όπως ήταν ολόκληρο το όνομά του, έφυγε από τη ζωή τέτοιες μέρες, στις 20 Ιανουαρίου του 1983 σε ηλικία μόλις 49 ετών από κύρωση του ήπατος, αλκοολικός και ξεχασμένος από όλους.
Ο Γκαρίντσα γεννήθηκε και πέθανε πάμφτωχος, άρχισε να πίνει από παιδί και έσβησε λίγο πριν τα πενήντα του αλκοολικός. Πιτσιρικάς απορρίφθηκε διαδοχικά από τη Φλουμινένσε, τη Φλαμένγκο και τη Βάσκο ντε Γκάμα πριν γίνει το απόλυτο είδωλο της Μποταφόγκο και ο μεγαλύτερος –πιο μεγάλος κι από τον Πελέ-ποδοσφαιριστής του κόσμου.
Θα περίμενε κανείς ότι επρόκειτο για έναν κανονικό ποδοσφαιριστή. Όμως από μια παραμόρφωση της σπονδυλικής του στήλης, το δεξί του πόδι ήταν έξη εκατοστά κοντύτερο από το αριστερό- ουσιαστικά ήταν χωλός! Σε αυτό το «κουσούρι» που μετέτρεψε σε σπάνιο χάρισμα, καθώς του προσέδωσε μια απρόβλεπτη ευελιξία στο χορτάρι, χρωστάει ένα από τα άπειρα παρατσούκλια του, όπως αυτό που αποδίδεται στον μεγάλο Βραζιλιάνο ποιητή και συνθέτη –και οπαδό της Μποταφόγκο – Βινίσιους ντε Μοράες: Anjo de Pernas Tortas( «Ο άγγελος με τα στραβά πόδια»).
Πολύ αργότερα, γύρω στο 2000, ο… μεγάλος Πελέ, αδυνατώντας να ξεφύγει από τον εαυτό του και εκνευρισμένος που μετά από τόσα χρόνια οι δημοσιογράφοι που πήγαιναν να του πάρουν συνέντευξη δεν τον ξέχασαν κι εξακολουθούσαν να τον ρωτούν για τον παλιό του συμπαίκτη στην Εθνική, θα αποκαλύψει μικροπρεπώς, ότι ο Μανέ έπινε καϊπιρίνια ακόμα και στις προπονήσεις. Ε, και; Το ήξεραν όλοι ότι για κείνον, η ζωή ήταν μοιρασμένη ανάμεσα σε παθιασμένα ημίχρονα. Κι έτσι μπέρδευε συχνά τα όρια κι όταν ο διατητής σφύριζε λήξη, έμοιαζε σαν χαμένος...
Απέκτησε δεκατέσσερα παιδιά, το ένα με μια Σουηδέζα την οποία δεν ξαναείδε ποτέ, κέρδισε δυο Παγκόσμια Κύπελλα, το ένα του 1958 στη Σουηδία με τον Πελέ 17χρονο πιτσιρικά και το άλλο, του 1962 στη Χιλή, σχεδόν μόνος του –ο Πελέ τραυματίστηκε από το δεύτερο ματς– σπατάλησε χωρίς υπολογισμούς το ταλέντο του, έκανε πολύ σεξ, όπως κάθε ενστικτώδης κάτοχος των μυστικών της ακαταμάχητης ντρίπλας που σαγήνευε στις εξέδρες τα πλήθη, (βλέπε Τζόρτζ Μπεστ) παντρεύτηκε τον παιδικό του έρωτα και χώρισε για χάρη της Έλζας Σοάρες, αγαπήθηκε όσο κανένας ποδοσφαιριστής στη χώρα που οι ποδοσφαιριστές είναι λαϊκοί άγιοι που κάνουν τους ανθρώπους να υποφέρουν τη φτώχεια τους και έκανε πολλά μάτια να δακρύσουν εκεί όπου το κλάμα είναι ένας εναλλακτικός τρόπος να εκφράζει κανείς τη χαρά του που παραμερίζει έστω για λίγο την ισόβια λύπη του.