Η πρόκληση είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος της εργασίας για την κοινωνική αλληλεπίδραση διεξήχθη χρησιμοποιώντας τον «πραγματικό κόσμο» και τις πρόσωπο με πρόσωπο διασυνδέσεις, σε αντίθεση με τις online σχέσεις που είναι όλο και συχνότερες. Έτσι, ενώ γνωρίζουμε ότι η παλαιότερη κοινωνική αλληλεπίδραση είναι υγιής, τι συμβαίνει με την κοινωνική αλληλεπίδραση που εν μέρει πραγματοποιείται ηλεκτρονικά μέσω μιας οθόνης; Τι αντίκτυπο έχει σε μας όταν ξυπνάμε το πρωί και πατάμε το μικρό μπλε εικονίδιο;
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι η χρήση των social media μπορεί να μειώσει τις πραγματικές σχέσεις πρόσωπο με πρόσωπο, να μειώσει την επένδυση σε σημαντικές δραστηριότητες, να αυξήσει την καθιστική ζωή λόγω περισσότερου χρόνου στην οθόνη, να οδηγήσει σε εθισμό στο Διαδίκτυο και να δημιουργήσει προβλήματα αυτοεκτίμησης μέσω δυσμενούς κοινωνικής σύγκρισης. Η σύγκριση αυτή μπορεί να έχει ισχυρή επιρροή στην ανθρώπινη συμπεριφορά και επειδή οι άνθρωποι τείνουν να εμφανίζουν τις πιο θετικές πτυχές της ζωής τους στα social media, είναι δυνατό κάποιος να πιστέψει ότι η δική του ζωή συγκρίνεται αρνητικά με αυτά που παρουσιάζουν οι άλλοι . Ωστόσο, ορισμένοι σκεπτικιστές αναρωτήθηκαν αν ίσως οι άνθρωποι που ευημερούν λιγότερο είναι πιθανότερο να χρησιμοποιούν τα social media, αντί να προκαλούν λιγότερη ευημερία τα social media. Επιπλέον, άλλες μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι η χρήση των social media έχει θετικό αντίκτυπο στην ευημερία, μέσω της αυξημένης κοινωνικής υποστήριξης και της ενίσχυσης των πραγματικών σχέσεων.
Οι ερευνητές της Deloitte, ήθελαν να έχουν μια σαφέστερη εικόνα της σχέσης μεταξύ της χρήσης των social media και της ευημερίας. Στη μελέτη τους χρησιμοποίησαν τρεις ομάδες δεδομένων κατά κύματα από 5.208 ενήλικες, μέσω ενός πάνελ του οργανισμού Gallup σε διάφορες περιοχές, σε συνδυασμό με πολλά διαφορετικά μέτρα χρήσης του Facebook, ώστε να διερευνήσουν πόσο άλλαξε η ευημερία των χρηστών με την πάροδο του χρόνου σε συνδυασμό με τη χρήση του Facebook. Οι μετρήσεις ευημερίας περιελάμβαναν την ικανοποίηση από την ζωή, την αυτοαναφερόμενη ψυχική και σωματική υγεία, καθώς και τον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ). Οι μετρήσεις για τη χρήση του Facebook συμπεριλάμβαναν τα likes στις αναρτήσεις των άλλων, τη δημιουργία αναρτήσεων και τα κλικ σε συνδέσμους. Χρησιμοποίησαν επίσης μετρήσεις για την κοινωνική δικτύωση των ερωτώμενων στην πραγματική ζωή. Σε κάθε διαφορετικό κύμα, οι ερωτηθέντες κλήθηκαν να αναφέρουν μέχρι και τέσσερις φίλους με τους οποίους συζητούν σημαντικά θέματα και μέχρι τέσσερις φίλους με τους οποίους ξοδεύουν τον ελεύθερο χρόνο τους, έτσι ώστε κάθε συμμετέχων να μπορεί να αναφέρει μέχρι οκτώ μοναδικά πρόσωπα.
Η προσέγγιση αυτής της έρευνας είχε τρία πλεονεκτήματα που την ξεχώρισαν από την πλειοψηφία των προηγούμενων εργασιών για το θέμα. Πρώτον, βασίστηκε σε τρείς περιόδους δεδομένων για πολλούς από τους ερωτηθέντες για μια περίοδο δύο ετών. Αυτό επέτρεψε στους ερευνητές να παρακολουθήσουν πώς οι αλλαγές στη χρήση των social media συσχετίστηκαν με αλλαγές στην ευημερία τους. Οι περισσότερες μελέτες που έγιναν μέχρι σήμερα έχουν χρησιμοποιήσει μόνο μία περίοδο δεδομένων, περιορίζοντας τις ερμηνείες των συμπερασμάτων σε απλές σχέσεις. Δεύτερον, χρησιμοποίησαν αντικειμενικές μετρήσεις χρήσης του Facebook, οι οποίες λήφθηκαν απευθείας από τους λογαριασμούς Facebook των συμμετεχόντων, αντί να στηριχθούν σε όσα εκείνοι ισχυρίζονται. Τρίτον, εκτός από τα δεδομένα του Facebook, χρησιμοποίησαν πληροφορίες σχετικά με την πραγματική κοινωνική δικτύωση των ερωτηθέντων, οι οποίες τους επέτρεψαν να συγκρίνουν άμεσα τις δύο επιρροές (άμεση προσωπική δικτύωση και ηλεκτρονική αλληλεπίδραση). Φυσικά, η μελέτη έχει επίσης περιορισμούς, δεδομένου ότι δεν θα μπορούσαν οι ερευνητές να είναι σίγουροι για το πόσο αντιπροσωπευτικό ήταν το δείγμα της Gallup, επειδή δεν έδωσαν όλοι οι ερωτηθέντες πρόσβαση στα δεδομένα τους στο Facebook.
Συνολικά, πάντως, τα αποτελέσματά έδειξαν ότι ενώ η κοινωνική δικτύωση στον πραγματικό κόσμο συνδέεται θετικά με τη γενική ευημερία, η χρήση του Facebook έχει αρνητική συσχέτιση. Τα αποτελέσματα αυτά ήταν ιδιαιτέρως ισχυρά για την ψυχική υγεία. Οι περισσότερες μετρήσεις χρήσης του Facebook προέβλεπαν μείωση της ψυχικής υγείας ένα χρόνο αργότερα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τόσο τα likes στις αναρτήσεις των άλλων όσο και η είσοδος σε συνδέσμους, σήμαιναν μια επακόλουθη σημαντική μείωση της σωματικής και ψυχικής υγείας και της ικανοποίησης από τη ζωή που ανέφεραν οι ίδιοι οι συμμετέχοντες στην έρευνα.
Τα μοντέλα που χρησιμοποιήθηκαν περιελάμβαναν μετρήσεις για τις πραγματικές αλληλεπιδράσεις και προσαρμόστηκαν για τη χρήση του Facebook σε βασικό επίπεδο. Υπολογίζοντας το επίπεδο αρχικής ευημερίας ενός ατόμου, την αρχική δικτύωση στον πραγματικό κόσμο και το αρχικό επίπεδο χρήσης του Facebook, η αυξημένη χρήση του Facebook εξακολουθούσε να συνδέεται με την πιθανότητα μειωμένης μελλοντικής ευημερίας. Αυτό παρέχει ορισμένες αποδείξεις ότι η συσχέτιση μεταξύ χρήσης του Facebook και διακινδύνευσης της ευημερίας είναι μια δυναμική διαδικασία.
Αν και οι ερευνητές μπορούν να καταδείξουν ότι η χρήση του Facebook φαίνεται να οδηγεί σε μειωμένη ευεξία, δεν μπορούν να πουν αναμφισβήτητα πώς συμβαίνει αυτό. Δεν παρατηρήθηκε μεγάλη διαφορά μεταξύ των τριών τύπων δραστηριότητας που μετρούσαν – των likes, των αναρτήσεων και των συνδέσεων σε συνδέσμους (αν και τα likes και τα κλικ ήταν σημαντικά πιο σταθερά) και της επίδρασης στον χρήστη. Αυτό ήταν ενδιαφέρον, διότι ενώ αναμενόταν ότι τα likes στο περιεχόμενο των άλλων θα ήταν πιθανότερο να οδηγήσει σε αρνητικές συγκρίσεις και επομένως να μειωθεί η ευημερία, η επικαιροποίηση του status και η είσοδος σε συνδέσμους φαίνεται να έχουν παρόμοιο αποτέλεσμα (αν και η φύση των ενημερώσεων κατάστασης μπορεί προφανώς να είναι αποτέλεσμα της κοινωνικής σύγκρισης - προσαρμοσμένη στη δική τους εικόνα στο Facebook με βάση το πώς θα την αντιληφθούν οι άλλοι). Συνολικά, τα αποτελέσματα υποδεικνύουν ότι η μείωση της ευημερίας είναι επίσης ζήτημα ποσότητας και όχι μόνο ποιότητας χρήσης. Αν συμβαίνει αυτό, τα αποτελέσματα αμφισβητούν προηγούμενη έρευνα, που υποστηρίζει ότι η ποσότητα της αλληλεπίδρασης των social media είναι άσχετη και ότι μόνο η ποιότητα αυτών των αλληλεπιδράσεων έχει σημασία.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για ένα πολύπλοκο ζήτημα. Η έκθεση στις προσεκτικά επιμελημένες εικόνες από τις ζωές των άλλων οδηγεί σε αρνητική αυτο-σύγκριση και η τεράστια ποσότητα αλληλεπίδρασης στα social media μπορεί να παρεμποδίσει πιο ουσιαστικές εμπειρίες πραγματικής ζωής. Αυτό που φαίνεται ξεκάθαρα, ωστόσο, είναι ότι οι ηλεκτρονικές κοινωνικές αλληλεπιδράσεις δεν υποκαθιστούν τον πραγματικό κόσμο!
Πάνος Τσαγκαράκης