Τον Γενάρη του 1924 ο καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Τόκιο, Χιντεσάμπουρο Ούενο, υιοθέτησε ένα λευκό κουτάβι Ακίτα. Το ονόμασε Χάτσικο που σημαίνει ο «όγδοος ευοίωνος πρίγκηπας».
Ο Χάτσικο και ο καθηγητής Ουένο έγιναν αχώριστοι φίλοι. Ο Χάτσικο τον συνόδευε κάθε μέρα στον σιδηροδρομικό σταθμό της Σιμπούγια, στα περίχωρα του Τόκιο όπου έμενε, για να πάρει το τρένο προς το πανεπιστήμιο. Μετά πήγαινε στο σπίτι και επέστρεφε το απόγευμα στον σταθμό για να περιμένει τον κύριό του που γύριζε από τη δουλειά.
Το ίδιο γινόταν κάθε μέρα έως το Μάιο του 1925. Μία ημέρα ο καθηγητής δεν γύρισε το απόγευμα στο σταθμό, όπου τον περίμενε ο πιστός του φίλος. Το τραγικό συμβάν είχε συμβεί. Κατά τη διάρκεια μιας διάλεξής του στο πανεπιστήμιο έπαθε καρδιακή προσβολή και πέθανε.
Ο σκύλος ποτέ δεν προσαρμόστηκε με τη νέα πραγματικότητα και την απώλεια του φίλου του. Επέστρεψε στο σταθμό και τον περίμενε να γυρίσει μέχρι το τέλος της ζωής του. Μετά τον θάνατο του καθηγητή πολλοί συγγενείς του πήραν τον Χάτσικο σπίτι τους, αυτός όμως πάντα κατάφερνε να το σκάσει και να ξαναγυρίσει στον σταθμό του τρένου. Περίμενε στον σταθμό για χρόνια, υπομονετικά, κοιτάζοντας τα τρένα μέχρι να βγει και ο τελευταίος επιβάτης.
Την ιστορία αληθινής αγάπης του Χάτσικο έκανε γνωστή ένας μαθητής του καθηγητή Ουένο, με αποτέλεσμα να αναγνωριστεί ως ζωντανός θρύλος. Μάλιστα ένας διάσημος γλύπτης φιλοτέχνησε ένα μπρούτζινο άγαλμα του Χάτσικο να περιμένει καθιστός το αφεντικό του. Λέγεται, ότι στα αποκαλυπτήριά του ήταν παρών και ο ίδιος ο σκύλος.
Ο Χάτσικο πέθανε στις 8 Μαρτίου του 1935, σε ηλικία 12 ετών, από καρκίνο σε προχωρημένο στάδιο. Περαστικοί τον βρήκαν νεκρό κοντά στον σταθμό της Σιμπούγια, που για όλη του ζωή περίμενε τον καλύτερό του φίλο. Όταν μαθεύτηκε ο θάνατός του, ο σταθμός και το μπρούτζινο άγαλμά του γέμισαν από κόσμο που άφηνε λουλούδια προς τιμή του.