Ο Rubin “Hurricane” Carter, γεννήθηκε στο Κλίφτον του Νιου Τζέρσεϊ το 1937. Ήταν το τέταρτο από επτά συνολικά παιδιά της οικογένειας. Σε ηλικία 11 ετών μπήκε στο αναμορφωτήριο, όταν επιτέθηκε και μαχαίρωσε έναν άνδρα. Διέφυγε από το αναμορφωτήριο και το 1954 εντάχθηκε στο στρατό. Λίγους μήνες μετά την ολοκλήρωση της βασικής εκπαίδευσης πεζικού στη Νότια Καρολίνα, στάλθηκε στη Δυτική Γερμανία. Εκεί ξεκίνησε την πυγμαχία, αγωνιζόμενος αρχικά για την ομάδα του στρατού. Το 1956 απολύθηκε από τον στρατό ως ακατάλληλος, μετά από τέσσερα δικαστήρια. Καταδικάστηκε και φυλακίστηκε.
Μετά την απελευθέρωσή του από τη φυλακή τον Σεπτέμβριο του 1961, ο Κάρτερ έγινε επαγγελματίας πυγμάχος. Παρά τη μικρή του σωματική διάπλαση (από τον μέσο όρο της κατηγορίας των μεσαίων βαρών), κατάφερε να διαπρέψει λόγω του επιθετικού του ύφους και της τρομερής δύναμης που είχε στα χέρια. Μια δύναμη που του επέτρεψε να κερδίσει αρκετούς αγώνες με νοκ-άουτ. Το παρατσούκλι «Χάρικεϊν» (Τυφώνας) δεν άργησε να έρθει. Το 1963 βρέθηκε στο Τοπ-10 της λίστας των διεκδικητών του τίτλου στα μεσαία βάρη, ενώ προς το τέλος του 1965 βρέθηκε στην πρώτη πεντάδα.
Το ρεκόρ καριέρας του Κάρτερ ήταν 27 νίκες, 12 ήττες και μία ισοπαλία σε 40 αγώνες, με συνολικά 19 νοκ άουτ (8 νοκ άουτ, 11 τεχνικά νοκ άουτ). Έλαβε τιμητικά τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή και αργότερα μπήκε στο Hall of Fame του New Jersey Boxing.
Στις 17 Ιουνίου 1966, δύο άνδρες εισήλθαν στο Lafayette Bar and Grill, στην Πάτερσον του Νιου Τζέρσεϊ και άρχισαν να πυροβολούν. Ο μπάρμαν Τζέιμς Όλιβερ και ένας πελάτης, ο Φρεντ Νάουγιοκς σκοτώθηκαν αμέσως. Ο Χέιζελ Τάνις, ο οποίος τραυματίστηκε σοβαρά εκείνη τη βραδιά, απεβίωσε σχεδόν ένα μήνα αργότερα έχοντας πυροβοληθεί στο λαιμό, το στομάχι, το έντερο, την σπλήνα και τον αριστερό πνεύμονα. Ένας τρίτος πελάτης, ο Ουίλι Μάρινς, επέζησε της επίθεσης, παρά το γεγονός ότι έχασε την όρασή του από το ένα μάτι. Τόσο ο Μάρινς όσο και ο Τάνις στις καταθέσεις τους, υπέδειξαν ότι οι σκοπευτές ήταν μαύροι άνδρες, χωρίς να αναγνωρίσουν τον Κάρτερ ή τον Τζον Άρτις που επίσης κατηγορήθηκε. Τελικά καταδικάστηκε για τη δολοφονία τριών λευκών, μόνο με την μαρτυρία δυο άλλων λευκών, οι οποίοι προσπαθούσαν να κάνουν ληστεία σε εργοστάσιο κοντά στο σημείο όπου διεπράχθησαν οι φόνοι. Οι μάρτυρες, αν και με «λερωμένο» ποινικό μητρώο έγιναν πιστευτοί, καταθέτοντας ψευδώς ότι αναγνώρισαν τον Κάρτερ ως τον έναν από τους δύο εκτελεστές. Έτσι τον Μάιο του 1967, ο Κάρτερ και ο φίλος του καταδικάστηκαν σε τέσσερις φορές ισόβια.
Το 1974, οι μάρτυρες ανακάλεσαν τις μαρτυρίες τους και δύο χρόνια αργότερα ο Κάρτερ αφέθηκε ελεύθερος. Αλλά όχι για πολύ. Νέες καταγγελίες, νέα δικαστική μάχη, για να βρεθεί και πάλι πίσω από τα κάγκελα της φυλακής.
Το είδωλο της ροκ Μπόμπ Ντίλαν και ο σκηνοθέτης Νόρμαν Τζούισον εμπνέονται από την ιστορία του Κάρτερ. Ο πρώτος μάλιστα τον επισκέφθηκε στη φυλακή, έχοντας ήδη διαβάσει το βιβλίο του Κάρτερ με τίτλο «Ο 16ος γύρος», το οποίο εκδόθηκε το 1975 και ευαισθητοποίησε την κοινή γνώμη. Την ίδια χρονιά, ο Ντίλαν έγραψε το τραγούδι «Χάρικεϊν», το οποίο με αφορμή την περιπέτεια του Αμερικανού μποξέρ, αναφερόταν στον ρατσισμό και τις δραματικές συνέπειες που είχε για τον Κάρτερ. Το τραγούδι γίνεται τεράστια επιτυχία και ο αγώνες του Κάρτερ αποκτά νέες διαστάσεις. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο Τζούισον μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη τη ζωή του Κάρτερ, με πρωταγωνιστή τον Ντέζελ Ουάσινγκτον. Μια ταινία η οποία φτάνει να ξεπεράσει σε εισπράξεις τα 74 εκατομμύρια δολάρια.
Η επανεξέταση της υπόθεσης, έφερε στο φως νέα στοιχεία, τα οποία και οδήγησαν στην αθώωσή του. Στις 20 Απριλίου του 2014, ο Κάρτερ, νικημένος από την επάρατη νόσο, φεύγει από τη ζωή σε ηλικία 76 ετών στο Τορόντο του Καναδά όπου και διέμενε από την ημέρα της αποφυλάκισής του.