Το έριξαν οι Βερολινέζοι και από τις δύο πλευρές. Στη μνήμη όσων «έφυγαν» προσπαθώντας να περάσουν απέναντι. Όταν έληξε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος το 1945, η χαμένη Γερμανία χωρίστηκε σε τέσσερις ζώνες κατοχής, τη διοίκηση των οποίων ανέλαβαν οι νικήτριες δυνάμεις, Ηνωμένες Πολιτείες, Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία και Σοβιετική Ένωση. Με ανάλογο τρόπο χωρίστηκε και το Βερολίνο, πρώην πρωτεύουσα της Πρωσίας, της Αυτοκρατορικής Γερμανίας και της Ναζιστικής Γερμανίας. Όλα είχαν συμφωνηθεί το 1944 στο Λονδίνο.
Το Βερολίνο βρισκόταν μέσα στη ζώνη επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης. Το Μάρτιο του 1948 οι δυτικές δυνάμεις αποφάσισαν να ενώσουν τους τομείς που έλεγχαν και να δημιουργήσουν τη Δυτική Γερμανία. Το ίδιο έκαναν και με το Βερολίνο. Οι Σοβιετικοί αντέδρασαν με τον χερσαίο αποκλεισμό των δυτικών τομέων της πόλης στις 24 Ιουνίου 1948. Οι δυτικοί Σύμμαχοι άρχισαν να εφοδιάζουν το δυτικό Βερολίνο μόνο από αέρος με τις περίφημες αερογέφυρες.
Στις 30 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου στο ανατολικό Βερολίνο εγκαταστάθηκε ξεχωριστή δημοτική αρχή, με αποτέλεσμα τον ολοκληρωτικό χωρισμό του Βερολίνου σε Ανατολικό και Δυτικό. Το 1949 τα γερμανικά εδάφη που κατείχε η Σοβιετική Ένωση αποτέλεσαν ίδια κρατική οντότητα, με την ονομασία Λαϊκή Δημοκρατική της Γερμανίας ή Ανατολική Γερμανία. Μετά τον χωρισμό της Γερμανίας σε Ανατολική και Δυτική η επικοινωνία ανάμεσα στα δύο τμήματα του Βερολίνου έγινε εξαιρετικά δύσκολη.
Το Τείχος
Σταδιακά άρχισε να παρατηρείται ένα κύμα φυγής των Ανατολικογερμανών προς τη Δύση, ιδίως μετά την εργατική εξέγερση του Ιουνίου του 1953, την οποία συνέτριψαν οι Σοβιετικοί. Για να σταματήσουν αυτή τη μαζική φυγή στη Δύση, οι αρχές της Ανατολικής Γερμανίας, με τις ευλογίες της «μητέρας» ΕΣΣΔ αποφασίσουν να χτίσουν έναν φράκτη. Τη νύχτα της 12ης προς τη 13η Αυγούστου 1961 άρχισε να υψώνεται ανάμεσα στα δύο τμήματα του Βερολίνου ένα διαχωριστικό συρματόπλεγμα, που εμπόδιζε την ελεύθερη επικοινωνία του Δυτικού με το Ανατολικό Βερολίνο και την υπόλοιπη Ανατολική Γερμανία.
Το συρματόπλεγμα σιγά σιγά έγινε τοίχος από μπετόν, ύψους 2 μέτρων με ενισχυμένο συρματόπλεγμα στην κορυφή, το οποίο φρουρούσαν οι ανατολικογερμανοί συνεχώς. Με ηλεκτροφόρα καλώδια και προβολείς που σάρωναν κάθε σπιθαμή του εδάφους, οι ανατολικογερμανοί προσπαθούσαν να μην αφήνουν κανέναν να περνά... απέναντι.
Από το 1961 που υψώθηκε μέχρι το 1989 που "έπεσε" τουλάχιστον 5000 άνθρωποι προσπάθησαν να περάσουν. Περίπου 200 δεν τα κατάφεραν... Το πρώτο θύμα υπήρξε η 58χρονη νοσοκόμα Ίντα Ζίκμαν, η οποία σκοτώθηκε στις 22 Αυγούστου 1961 στην προσπάθειά της να διαφύγει στο Δυτικό Βερολίνο, όπου ζούσε η αδελφή της. Τελευταίος χρονολογικά στη μακάβρια λίστα ήταν ο 33χρονος άνεργος ηλεκτρολόγος Βίνφριντ Φρόιντενμπεργκ, ο οποίος κατάφερε μ’ ένα αυτοσχέδιο αερόστατο να περάσει στο Δυτικό Βερολίνο, αλλά για κακή του τύχη αυτό κατέπεσε και συνετρίβη, με αποτέλεσμα να βρει ακαριαίο θάνατο (29 Αυγούστου 1989).
Με το άνοιγμα των συνόρων των άλλων σοσιαλιστικών χωρών προς τη Δύση, ένα νέο κύμα ανατολικογερμανών πολιτών διέφευγε στη Δυτική Γερμανία μέσω της Ουγγαρίας, της Πολωνίας και της Τσεχοσλοβακίας. Αιφνιδιασμένη από τις εξελίξεις, η κυβέρνηση της Ανατολικής Γερμανίας αποφάσισε να ανοίξει κι αυτή τα σύνορα της χώρας με τη Δύση στις 9 Νοεμβρίου 1989. Οι Βερολινέζοι δεν έχασαν καιρό: με κάθε τρόπο άρχισαν να σπάνε το Τείχος.
Πληροφορίες από sansimera.gr, ΑΠΕ-ΜΠΕ, wikipedia