Οι περισσότεροι από 60 ερευνητές από επτά χώρες, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό γενετικής «Nature Genetics», βρήκαν ότι το γονιδίωμα του σκληρού σιταριού είναι περίπου τετραπλάσιο σε μέγεθος σε σχέση με το ανθρώπινο. Μεταξύ άλλων, ανακάλυψαν ένα γονίδιο που είναι υπεύθυνο για τη συγκέντρωση καδμίου -ένα τοξικό βαρύ μέταλλο- μέσα στο σκληρό σιτάρι. Βρήκαν έτσι έναν τρόπο για να μειώσουν σημαντικά τα επίπεδα καδμίου στο σκληρό σιτάρι και να βελτιώσουν την ποιότητα του.
Η ανάγνωση (αλληλούχιση) του γονιδιώματος «θα οδηγήσει σε νέες προδιαγραφές καλλιέργειας και ασφάλειας του σκληρού σιταριού και των προϊόντων που παράγονται από αυτό, ανοίγοντας το δρόμο για τη δημιουργία ποικιλιών σκληρού σιταριού που θα είναι καλύτερα προσαρμοσμένες στις κλιματικές προκλήσεις και θα έχουν υψηλότερες αποδόσεις, μεγαλύτερη διατροφική αξία και βελτιωμένη αειφορία», δήλωσε ο συντονιστής ερευνητής, Λουίτζι Κατιβέλι, του Συμβουλίου Γεωργικής Έρευνας και Οικονομίας (CREA) της Ιταλίας.
Το σκληρό σιτάρι καθιερώθηκε ως βασική καλλιέργεια αρχικά στην περιοχή της Μεσογείου πριν 1.500 έως 2.000 χρόνια. Σήμερα καλλιεργείται κυρίως στην Ευρώπη, στον Καναδά, στις ΗΠΑ και στη Νότια Ασία. Καθώς τα ζυμαρικά αποτελούν βασική διατροφή του παγκόσμιου πληθυσμού, οι βιομηχανίες τροφίμων ζητούν ολοένα περισσότερο, ασφαλέστερο και πιο ποιοτικό σκληρό σιτάρι.
Το γονιδίωμα του σκληρού σιταριού είναι ελεύθερα προσβάσιμο στη βάση δεδομένων GrainGenes και στο interomics.eu.