Τον Μάη, αφού θυσιάσουν τον «αγιωργίτη» αμνό, στον δικό τους Άγιο, παίρνουν το δρόμο του «γυρισμού» στα ορεινά λιβάδια. Δυο φορές το χρόνο γίνονταν οι μετακινήσεις με ορόσημο την γιορτή του Αη Γιώργη και του Αη Δημήτρη αντίστοιχα. Κάθε Μάη τα κοπάδια επιστρέφουν, ανεβαίνουν στα βουνά περνώντας από χωριά, από χάνια, από συγγενείς και φίλους, από επαγγελματικές σχέσεις, χωρίς βέβαια να αποκλείονται και τα προβλήματα και οι δυσκολίες.
Στους βουνίσιους βοσκότοπους κάθε καλοκαίρι οι ποιμένες επανασυνέδεαν τις συγγενικές, κοινωνικές και επαγγελματικές τους σχέσεις, με την αλληλοβοήθεια του ενός προς τον άλλο, τα κοινά γλέντια, τις γαμήλιες τελετουργίες και τις συναντήσεις στα κονάκια και στα πανηγύρια των κοντινών χωριών.
Στις μέρες μας ο παλιός νομαδισμός άλλαξε, η ποιμενική ζωή μετασχηματίστηκε σε μεταβατική ημινομαδική και οι νεώτεροι κτηνοτρόφοι και γεωργοί ασχολούνται κυρίως με άλλα επαγγέλματα, επιτόπου ή σε μικρά και μεγάλα αστικά κέντρα. Είναι λίγοι πλέον οι κτηνοτρόφοι που ανεβάζουν τα κοπάδια τους στα βουνά με φορτηγά αυτοκίνητα τα καλοκαίρια για να διαβιώσουν.
Όμως για τους ηλικιωμένους βοσκούς τα θερινά βοσκοτόπια αποτελούν ένα ωραιοποιημένο τρόπο ζωής ένα τόπο που πάντα νοσταλγούν. Γι' αυτούς η ψυχή τους έχει μείνει εκεί στα ψηλά βουνά εκεί που κάποτε ένιωθαν την δύναμη της εξουσίας και της ασφάλειας, της φροντίδας των συντρόφων, το δέσιμο της διευρυμένης οικογένειας, την ομορφιά της ομαδικής ζωής. Εκεί στα πανέμορφα ελατοσκέπαστα βουνά που αντάμωναν μεταξύ τους, επιστρέφοντας από τα σκόρπια χειμαδιά, βγαίνοντας από την «χειμερία νάρκη» τους.