Για τις ανάγκες του Αγώνα συνομολογήθηκαν διαδοχικά δύο δάνεια, το 1824 και το 1825, τα οποία έμειναν γνωστά ως «τα δάνεια της Ανεξαρτησίας». Στην πραγματικότητα, έμελλε να είναι το «προπατορικό αμάρτημα» του ελληνικού χρέους, καθώς με αυτά, χαλκεύτηκαν τα δεσμά για τη διαρκή, μελλοντική εξάρτηση της χώρας.
Το νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος υποχρεώθηκε να δανειστεί με όρους ληστρικούς. Τους τόκους αυτών των δανείων τους ξεπληρώναμε αιματηρά, μέχρι τις πρόσφατες δεκαετίες.
Κι ο,τι κερδίσαμε με το αίμα μας στα πεδία των μαχών, το χάσαμε άδοξα στους διαδρόμους των διεθνών πιστωτικών ιδρυμάτων, πληρώνοντας με αποικιοκρατικούς όρους, την ανάπτυξη των δυτικών χωρών.
Όποιος πει ότι αυτό που ζούμε στις μέρες μας, είναι συμπτωματικό, σφάλλει. Διαψεύδοντας τον Μαρξ, στην περίπτωσή μας, η ιστορία επαναλαμβάνεται και πάλι ως τραγωδία…
Είναι εξαιρετικά αντιφατικό, αλλά, είναι αλήθεια. Οι ωμοί εκβιασμοί που ασκήθηκαν από την πλευρά των δανειστών και η αισχροκερδής διαχείριση των δανείων, μπροστά στην απεγνωσμένη ανάγκη των Ελλήνων για διεθνή αναγνώριση, οδήγησαν στο μεγαλειώδες παράδοξο: να κατακτούν ένοπλα οι εξεγερμένοι Έλληνες την ανεξαρτησία τους, την ώρα που την υποθήκευαν οριστικά μαζί με την εθνική τους κυριαρχία στα πολυτελή γραφεία του Σίτυ. Η επίμονη πίστη του φλογερού Κανάρη- «κι αν δεν έχωμεν πατρίδαν θα κάμνωμεν»- παραμένει αδικαίωτη 194 χρόνια από την Επανάσταση.
Το πρώτο δάνειο- Η αφετηρία της εξάρτησης
Η εθνική περιπέτεια του χρέους, επίσημα ξεκινά στις 20/1/1824, όταν έφθαναν στην αγγλική πρωτεύουσα και ύστερα από διαπραγματεύσεις με τον Γ. Κάνινγκ και το «φιλελληνικό» Κομιτάτο αποτελούμενο κυρίως από τραπεζίτες και εμπόρους, του Σίτυ, οι Ι. Ορλάνδος (γαμπρός του Γ. Κουντουριώτη), Αν. Ζαΐμης και Αν. Λουριώτης για να συνομολογήσουν ένα δάνειο 800.000 λιρών.
Στην πραγματικότητα, το δάνειο «έκλεισε» στο 59% της ονομαστικής αξίας, ήτοι 472.000 λίρες.
Το δάνειο αυτό, είχε τόκο 5%, προμήθεια 3%, ασφάλιστρα 1,5% και διάρκεια 36 χρόνια και για την αποπληρωμή του υποθηκεύτηκαν όλα τα δημόσια κτήματα και όλα τα δημόσια έσοδα από αλυκές, τελωνεία, ιχθυοτροφεία.
Από το ίδιο δάνειο, ωστόσο, παρακρατήθηκαν 80.000 ως προκαταβολή τόκων δύο ετών, 16.000 για χρεωλύσια, 2.000 ως προμήθεια και άλλες δαπάνες, 5.900 από τον ίδιο τον Ι. Ορλάνδο για χρέη του κράτους προς τη σύζυγό του, 60.000 πήγαν σε μίζες (ο «φιλέλληνας» γραμματέας Τζ. Μπόουρινγκ εισέπραξε 11.000 λίρες για τη μεσιτεία) και μόλις 10.000 για αγορά εφοδίων για την επανάσταση. Έτσι το ποσό που έφθασε στην Ελλάδα ήταν μόλις 298.000 λίρες!!!
Μεγάλη ευθύνη για τους δυσμενείς όρους σύναψης του δανείου είχαν και οι δύο διαπραγματευτές, οι οποίοι σπατάλησαν μεγάλα ποσά στο Λονδίνο (5.045 λίρες), διάγοντας έναν κάθε άλλο παρά «λιτό βίο».
Όσο για το υπόλοιπο ποσόν, διασπαθίστηκε για να κερδίσει η παράταξη Κουντουριώτη – Κωλέττη – Μαυροκορδάτου την εμφύλια διαμάχη, που μαινόταν στην Πελοπόννησο.
Το δεύτερο ληστρικό δάνειο
Αρχές Φεβρουαρίου του 1825 κι ενώ η φλόγα της Επανάστασης είχε αρχίσει να τρεμοπαίζει, η Επαναστατική Επιτροπή, συνομολογεί «Εν Λονδίνω εθνικόν δάνειον δύο εκατομμυρίων χρυσών λιρών, δια την χρηματοδότησιν του αγώνος». Το δάνειο έκλεισε στο 55% της ονομαστικής του αξίας, για να καλυφθούν οι επισφάλειες των Άγγλων πιστωτών, οι οποίοι αυτή τη φορά ανέλαβαν και τη διαχείρισή του! Αυτόχρημα τα 2.000.000 μειώθηκαν σε 1,1 εκ. ασχέτως του γεγονότος ότι η υποχρέωση ήταν για το σύνολο του ποσού. Αλλά ακόμα και από αυτά:
Προκαταβλήθηκαν, τότε: για τόκους διετίας 200 χιλ λίρες, για την εξαγορά ομολογιών του προηγούμενου δανείου 212 χιλ., για το μεσιτικό κόστος 68.000 λίρες, για συμβολαιογραφική αμοιβή 14.000 και για δαπάνες των Ελλήνων μεσαζόντων 15.500 λίρες.
Από τα εναπομείναντα, παραγγέλθηκε στις ΗΠΑ έναντι 156.000 λιρών η κατασκευή δύο φρεγατών. Από αυτές παρελήφθη μία κι αυτή μετά το τέλος της Επανάστασης, καθώς η δεύτερη πουλήθηκε για να ολοκληρωθεί η πρώτη. Κι από τις 123.000 λίρες που διοχετεύθηκαν στην Αγγλία για την αγορά έξι πολεμικών πλοιαρίων κατασκευάστηκε μόνο ένα σχετικά αξιόπλοο (είχε μηχανικό πρόβλημα, όπως τα γερμανικά υποβρύχια κοινώς) το πλοίο «Καρτερία» μαζί με άλλα δύο που δε βοήθησαν σημαντικά και άλλωστε έφτασαν μάλλον αργά, όταν είχε πέσει το Μεσολόγγι και ο Ιμπραήμ απειλούσε να πνίξει στο αίμα της Εξέγερση.
Κατά τα λοιπά, ο μισθός του…φιλέλληνα ναυάρχου Κόχραν, ενός ανίκανου και διεφθαρμένου μισθοφόρου, που επέβαλλαν οι Άγγλοι με την απειλή διακοπής του δανεισμού, ήταν προκαταβολικά, 37.000 λίρες, στα πολεμοφόδια αμφίβολης ποιότητας ξοδευτήκαν άλλες 77.200 λίρες και σε διάφορους λογαριασμούς, 47.000 λίρες. Τελικός λογαριασμός; Από τις 2.000.000 χρυσές λίρες, έφθασαν τελικά στην Ελλάδα μόλις 190.000 λίρες κι αυτές χαθήκανε επίσης στον εμφύλιο που είχε ξεσπάσει τότε για τα καλά στην επαναστημένη χώρα.
Το «φιλελληνικό» κομιτάτο στις ΗΠΑ καταχράστηκε επίσης υπέρογκα ποσά όπως και ο Έλληνας επιβλέπων της ναυπήγησης, αντιπρόσωπος Κοντόσταυλος, ο οποίος μετέπειτα, έχτισε στην Παλαιά Βουλή πολυτελέστατη κατοικία, προφανώς από τις εθνικές του υπηρεσίες…