Όμως την εποχή εκείνη, μετά την βάναυση δουλεία και την δεινή φορολόγηση των υπόδουλων, η λαφυραγωγία είχε δικαιολογητική βάση και ως φαινόμενο των ημερών, επιχειρήθηκε να ελεγχθεί από τους ηγέτες της εθνικής εξόργισης για να ενισχύονται οι πόροι των επαναστατημένων και να μην υπάρχει μονομερής και αδικαιολόγητος πλουτισμός κάποιων μεμονωμένων επιτήδειων.
Έτσι, η λαφυραγωγία εξελίχθηκε σε ελεγχόμενο θεσμό, όσο και αν αυτό με τα σημερινά δεδομένα φαίνεται να είναι απεχθές φαινόμενο.
Έχει επικρατήσει, λάφυρο χαρακτηρίζεται κάθε κινητό αντικείμενο που μπορεί στη διάρκεια ενός πολέμου να περιέλθει από τον έναν αντίπαλο στρατό στον άλλο. Η ενέργεια αρπαγής λαφύρων ονομάζεται λαφυραγωγία ή λαφυραγώγηση σε αντιδιαστολή της λεηλασίας, που είναι κατά κανόνα ανεξέλεγκτη ενέργεια, στην οποία συνυπάρχουν οι έννοιες της κλοπής και της καταστροφής.
Η υπόθεση της αρπαγής των λαφύρων, είναι γνωστή στην ιστορία από τους αρχαιοτάτους πολέμους και αρκετές φορές ίσως να ήταν και ο κύριος σκοπός των πολέμων. Από τους ομηρικούς χρόνους, συναντάμε τον όρο αυτόν. Η διανομή των λαφύρων μεταξύ των πολεμιστών αποτελούσε θεσμό.
Η Αθήνα στα ύστερα χρόνια της Οθωμανοκρατίας
Η πολιορκία της Ακρόπολης
Μια τέτοια ελεγχόμενη λαφυραγωγία βασισμένη σε έγγραφο των Αρχείων της Εθνικής Παλιγγενεσίας, θα γνωρίσουμε σήμερα. Πρόκειται για περιστατικό της πολιορκίας της Ακρόπολης των Αθηνών το 1821.
Το 1821 επαναστάτησαν οι Αθηναίοι μαζί με όλους τους άλλους Έλληνες. Από τον Απρίλιο, εξεγέρθηκαν και ανάγκασαν τους Τούρκους να κλεισθούν στην Ακρόπολη. Η πολιορκία της Ακρόπολης κράτησε πολλούς μήνες, με τους Τούρκος να κάνουν εξόδους για προμήθεια τροφίμων και νερού, γιατί σημειώνονταν μεγάλες ελλείψεις. Στην πολιορκία της ακρόπολης διακρίθηκαν διαχρονικά ως ηγέτες ο Γεώργιος Νέγκας και ο Λιβέριος Λιβερόπουλος. Στις 19 Ιουλίου του 1821 κατόρθωσε να εισέλθει στην Αθήνα σχεδόν ανενόχλητος ο Ομέρ Βρυώνης, ο οποίος όμως εγκατέλειψε την Αττική τον Σεπτέμβριο εξαιτίας των επιτυχιών των Ελλήνων στα πέριξ (Αττική και Εύβοια) φοβούμενος μήπως αποκλεισθεί εκεί.
Τον Νοέμβριο του 1821, συνολικά 1.000 Έλληνες άρχισαν να πολιορκούν συχνά την Ακρόπολη, αφού πέτυχαν τοπικές νίκες έναντι των Τούρκων στο Χαλάνδρι, στο Μαρούσι και σε άλλες τοποθεσίες της Αττικής. Η πολιορκία κράτησε ως τον Ιούνιο του 1822, οπότε οι Τούρκοι παρέδωσαν αυτό το σημαντικό οχυρό, υπογράφοντας συνθήκη παράδοσης με τους Έλληνες πρόκριτους Παναγιώτη Ζαχαρίτσα, Σπύρο Πατούσα, Διονύσιο Πετράκη και Ανδρέα Καλαμογδάρτη. Η Αθήνα αποκτούσε την ελευθερία της μετά από 366 χρόνια σκλαβιάς.
Η πολιορκία της Ακρόπολης σε ζωγραφική απεικόνιση του Παναγιώτη Ζωγράφου σε ιδέες του Γιάννη Μακρυγιάννη
Μέριμνα για τα λάφυρα της Ακρόπολης
Στο σημείο αυτό, θα αναφερθούμε στον τρόπο της λαφυραγωγίας, που είχε προαποφασισθεί και έγινε με τρόπο ελεγχόμενο.
Το έγγραφο που υπάρχει στα Αρχεία της Εθνικής Παλιγγενεσίας, που υπάρχουν στην βιβλιοθήκη της Βουλής, έχει ημερομηνία 8 Νοεμβρίου 1821, όταν δηλαδή άρχισε η άκρως στενή πολιορκία της Ακρόπολης. Και εκτός της επαναστατικής ηγεσίας, έχει και την ευλογία της Εκκλησίας, αφού υπογράφεται και από τον ηγούμενο Γαβριήλ της Μονής Βρανά.
Η κοινή απόφαση ήταν των Αθηναίων, των καπεταναίων και όλου του στρατεύματος, ενόψει του ρεσάλτου για την κατάληψη του φρουρίου της Ακρόπολης.
Ιδού το έγγραφο με τις υπογραφές:
Το περιστατικό αυτό, δεν μειώνει την ηθική βάση της εθνικής εξέγερσης του 1821. Αντίθετα ενισχύει το επιχείρημα, ότι ο αγώνας αυτός δεν έγινε για το «γιάγμα» και μόνο, όπως συνέβαινε πολλές φορές τα πολύ παλαιότερα χρόνια. Το «γιάγμα», λέξη τουρκική ως σύνθημα, αποτελούσε το ισχυρότερο κίνητρο, ορμητικής εφόδου, στα σουλτανικά στρατεύματα, αλλά και στις δυνάμεις των άτακτων στρατιωτών. Είναι γνωστή η απεχθής κραυγή των Τούρκων, από την εποχή ακόμα της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης «Γιάγμα, Γιαγκίν, Κεσίν»που σημαίνει «Αρπάξτε, Κάψτε, Σφάξτε».
Πηγή: sitalkisking.blogspot (Νεώτερη Ελληνική Ιστορία)