Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία, τα νέα χρεή προς την εφορία, αυτά δηλαδή που δημιουργήθηκαν το 2016 φθάνουν τα 12,6 δισ Ευρώ και 4,3 εκατομμύρια φορολογούμενοι χρωστάνε στην εφορία. Αν αυτά προστεθούν στα παλιά ποσά, οι ανείσπρακτοι φόροι υπερβαίνουν τα 94 δισ Ευρώ. Από αυτούς, το 1,7 εκατομμύρια αντιμετωπίζει τον κίνδυνο κατάσχεσης.
Πώς μπορεί να λειτουργήσει η οικονομία υπό αυτές τις συνθήκες και πώς μπορεί μια κοινωνία να παραμείνει ευνομούμενη όταν ο πληθυσμός αρχίζει να περνάει από την φτώχεια στην πείνα;
Το 2017 θα είναι αναγκαστικά έτος εκλογών καθώς οι δυνατότητες όλων εξαντλούνται και ίσως να είναι η χρονιά που θα ξεσπάσουν οι κοινωνικές αντιδράσεις που συσσωρεύονται επί επτά χρόνια λιτότητας.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ “κατάφερε” να αποφύγει τις δομικές μεταρρυθμίσεις στην οικονομία προκειμένου να διατηρήσει το μεγάλο δημόσιο και τις παράλογα υψηλές δαπάνες του. Από τη μια μεριά έκοβε τις συντάξεις και τους μισθούς και αύξανε τους φόρους και από την άλλη προσλάμβανε ημέτερους μετακλητούς οι οποίοι - όλοι - έχουν τη δυνατότητα να μονιμοποιηθούν στο Δημόσιο αν προσφύγουν στα Δικαστήρια. Αποτέλεσμα ήταν να αυξηθεί το μισθολογικό κόστος του δημοσίου τομέα κατά 4% το 2016 ενώ στον ιδιωτικό τομέα των ήδη εξαιρετικά πιεσμένων αμοιβών οι μισθοί μειώθηκαν κατά 3%.
Η ανεργία θα συνεχίσει να αυξάνεται καθώς αναμένεται οτι φέτος θα κλείσουν πολλές επιχειρήσεις που εκτός των φόρων και των αυξημένων ασφαλιστικών εισφορών θα αναγκαστούν από τις τράπεζες να “ρυθμίσουν” τα δάνεια τους. Ρύθμιση για τις τράπεζες σημαίνει σε πολλές περιπτώσεις καταγγελία των δανείων που οδηγεί σε κλείσιμο τις επιχειρήσεις και αυτό θα μεταφραστεί αυτομάτως σε νέα ανεργία.
Καθώς το 2017 θα είναι έτος εκλογών, αναμένεται οτι η κυβέρνηση θα εξαντλήσει κάθε δυνατότητα παροχών, δίνοντας τους υπερβάλοντες φόρους σε μεγάλες ομάδες ψηφοφόρων σε μια έσχατη προσπάθεια εξαγοράς ψήφων. Η προσπάθεια ασφαλώς και θα αποτύχει καθώς οι πρώην ψηφοφόροι της είναι αηδιασμένοι, αλλά οι καταστροφικές επιπτώσεις στην οικονομία δύσκολα θα αποκατασταθούν.
Ο διαχωρισμός των Ελλήνων σε εργαζόμενους στο δημόσιο, εργαζόμενους στον Ιδιωτικό τομέα και άνεργους είναι πλέον ορατός και η συνεκτικότητα της κοινωνίας εξαφανίζεται.
Η επιστολή Τσακαλώτου προς τους θεσμούς με την οποία διαβεβαιώνει οτι ο κόφτης θα ενεργοποιηθεί φέτος και θα περιορίσει τις συντάξεις αποδεικνύει οτι η κυβέρνηση δεν θέλει σε καμία περίπτωση να μειώσει τις μη παραγωγικές δημόσιες δαπάνες. Και όπως επισημαίνει και το ΔΝΤ στην έκθεση του αλλά και τα ξένα μήντια, οι μόνες δαπάνες που κόβονται είναι οι αναγκαίες για τη λειτουργία του κράτους. Κόβονται οι λειτουργικές δαπάνες στα νοσοκομεία, στα σχολεία, στα σώματα ασφαλείας και στο στρατό, προκειμένου να παραμείνουν οι διπλές και οι υψηλές συντάξεις, να μην απολυθούν ούτε καν οι διεφθαρμένοι δημόσιοι υπάλληλοι και να μη κλείσουν οι άχρηστοι οργανισμοί του δημοσίου που σπαταλούν το χρήμα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, με μια κυβέρνηση που εξαντλεί την οικονομία με υπερβολικούς φόρους για να διατήρησει τις σπατάλες, αναμένεται οτι φέτος η οικονομία θα φτάσει στο ναδίρ.
Το ερώτημα είναι τι θα γίνει μετά. Αν δηλαδή θα μπορέσει η επόμενη κυβέρνηση να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα, αυτές που θα έπρεπε να έχουν γίνει πριν από επτά χρόνια για να αποφύγουμε την ύφεση και την κατάρρευση.
Δύσκολη η απάντηση σε αυτό το ερώτημα, καθώς ένα πολύ μεγάλοο μέρος του πληθυσμού σιτίζεται από το δημόσιο και από τα κόμματα.
Υπάρχει ο κίνδυνος - αν τεθεί ώς ερώτημα σε δημοψήφισμα - η πλειοψηφία να επιλέξει μια εκτός ΟΝΕ πορεία με επιστροφή στη Δραχμή, προκειμένου να διατηρηθεί το σημερινό καθεστώς “υπεροχής” του δημοσίου τομέα και να διατηρηθεί ο έλεγχος της οικονομίας και της κοινωνίας από τα κόμματα.
Φυσικά κάτι τέτοιο θα είναι δώρον - άδωρο και για τους δημοσίους υπαλλήλους διότι η φτώχεια που θα αντιμετωπίσουμε όλοι με τη Δραχμή θα είναι άνευ προηγουμένου. Δύσκολα όμως ο καταταλαιπωρημένος πολίτης μπορεί να δεί κάποια προοπτική βελτίωσης υπό τις υπάρχουσες συνθήκες και είναι αμφίβολο αν μια πολιτική αλλαγή θα οδηγήσει και σε αλλαγή πολιτικής με προώθηση των μεταρρυθμίσεων και μεταφορά της ισχύος από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα πράγμα που απαιτείται για να υπάρξει μια προοπτική ανάπτυξης.
Δυστυχώς τα κόμματα στην Ελλάδα και οι μικροπολτιικές σκοπιμότητες τους, υπερίσχυσαν του εθνικού συμφέροντος και διέλυσαν τη χώρα. Και ίσως είναι πολύ αργά για να αλλάξει πλεόν αυτή η πορεία προς τον γκρεμό και να υπάρξει κάποια ανάκαμψη. Στην καλύτερη περίπτωση μπορούμε να ελπίσουμε σε μια “ανώμαλη προσγείωση”. Είτε όμως καταφέρουμε να έχουμε μια ανώμαλη προσγείωση εντός ΟΝΕ, είτε τσακιστούμε στα βράχια της Δραχμής, η πρόσκρουση αναμένεται να είναι βίαιη. Κρατηθείτε.
- Γρηγόρης Νικολόπουλος