Οι μετρήσεις της ΕΚΤ δείχνουν ότι το πρόβλημα της ανεργίας στην Ελλάδα είναι πρόδηλα μεγαλύτερο από όσα καταγράφουν τα επίσημα στοιχεία. Οπως αναφέρεται σε απάντηση του Μάριο Ντράγκι στον ευρωβουλευτή Νίκο Χουντή η υπο-αξιοποίηση του εργατικού δυναμικού στη χώρα έφτασε στο τέλος του 2016 το 31,3% όταν πριν 11 χρόνια, στις αρχές του 2006, το αντίστοιχο νούμερο ήταν στο 12,9%.
Το ποσοστό 31,3% είναι σχεδόν οκτώ μονάδες χειρότερο από την επίσημη μέτρηση της ανεργίας, που ήταν 23,4% και συνιστά το υψηλότερο επίπεδο υπο-αξιοποίησης στην Ευρωζώνη.
Τα στοιχεία της ΕΚΤ βασίζονται σε έναν διευρυμένο ορισμό του εργατικού δυναμικού, καθώς η Τράπεζα εξετάζει την ευρύτερη υπο-χρησιμοποίηση εργαζόμενων και εν δυνάμει εργαζόμενων από την αγορά λόγω της κρίσης – το αποκαλούμενο «slack».
Συγκεκριμένα, η ΕΚΤ συμπεριέλαβε στη δική της μέτρηση όχι μόνο τους τυπικούς ανέργους αλλά και τρεις επιπλέον κατηγορίες:
Όσους έχουν μερική απασχόληση αλλά θα ήθελαν να έχουν πλήρες ωράριο, όσους θέλουν να εργαστούν αλλά έχουν απογοητευτεί και δεν αναζητούν ενεργά εργασία, και τους «σιωπηλούς» άνεργους που ψάχνουν μεν δουλειά αλλά δεν καταγράφονται διότι δεν είναι σε ετοιμότητα να αναλάβουν καθήκοντα εντός δύο εβδομάδων, όπως συνήθως απαιτείται στατιστικά.
Σύμφωνα με την ΕΚΤ, το πρόβλημα της υπο-αξιοποίησης εμφανίζεται σε ολόκληρη την Ευρωζώνη. Ενώ στα τέλη του περασμένου έτους η Eurostat υπολόγιζε την ανεργία κοντά στο 9,5%, τα στοιχεία της ΕΚΤ δείχνουν πως τα παραγματικά μεγέθη κινούνται έως και στο 18,5%. Όταν είχε πρωτοδημοσιευτεί η ανάλυση της Ευρωτράπεζας, πριν δύο μήνες, δεν έδινε στοιχεία για την Ελλάδα.
Υπάρχουν βεβαίως μεγάλες αποκλίσεις ανάμεσα στα 19 κράτη-μέλη, με τη Γερμανία και τη Μάλτα να έχουν τις καλύτερες επιδόσεις στην αξιοποίηση του πληθυσμού τους.