Αυτό δείχνει μια νέα μελέτη, με επικεφαλής τον λέκτορα δημόσιας υγείας δρα Φίλιππο Φιλιππίδη του Imperial College του Λονδίνου, η οποία παρουσιάσθηκε στο διεθνές συνέδριο της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας στο Μιλάνο και περιλαμβάνει στοιχεία για τις 28 χώρες μέλη της ΕΕ.
Η έρευνα κατέγραψε μια σταδιακή μείωση στον αριθμό των ανθρώπων που εκτίθενται σε παθητικό κάπνισμα στα μπαρ και στα εστιατόρια της Ευρώπης. Η βελτίωση οφείλεται σε νέες αντικαπνιστικές νομοθεσίες και στην καλύτερη εφαρμογή των υφισταμένων κανονισμών (αν και όχι σε όλες τις χώρες εξίσου αποτελεσματικά). Τα ποσοστά των εκτεθειμένων σε παθητικό κάπνισμα ήταν κατά μέσο όρο 45,1% στα μπαρ και 30,2% εστιατόρια το 2009, ενώ το 2014 είχαν μειωθεί σε 25,1% και 11,8% αντίστοιχα.
Αλλά, από την άλλη, παρατηρείται μια διαχρονική αύξηση στον αριθμό των εργαζομένων σε κλειστούς χώρους, οι οποίοι εκτίθενται στο κάπνισμα των συναδέλφων τους. Ενώ το 2009 το ποσοστό των εργαζομένων που παραπονιούνταν για παθητικό κάπνισμα στους χώρους εργασίας, ήταν 23,8%, είχε αυξηθεί στο 27,5% το 2014, με ανοδική τάση και τα επόμενα χρόνια.
Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι συχνά αποδεικνύεται πιο δύσκολο να εφαρμοσθούν τα αντικαπνιστικά μέτρα στους χώρους εργασίας, καθώς μεμονωμένοι εργαζόμενοι πρέπει να υποβάλουν σχετικά επίσημα παράπονα. Μερικές ευρωπαϊκές χώρες είναι πάντως πιο αποτελεσματικές από άλλες στην προστασία των εργαζομένων από το παθητικό κάπνισμα.
Σύμφωνα με τον κ.Φιλιππίδη, «τα ευρήματα μάς δείχνουν ότι γίνεται μεν πρόοδος στην προστασία των ανθρώπων που επισκέπτονται μπαρ και εστιατόρια, αλλά είναι ανησυχητικό το ότι βλέπουμε πως στην πραγματικότητα αυξάνεται ο αριθμός των εργαζομένων σε γραφεία, καταστήματα και εργοστάσια που εκτίθενται στο παθητικό κάπνισμα. Μερικές χώρες όπως η Σουηδία, η Βρετανία και η Ιρλανδία τα πάνε καλά και δείχνουν τι είναι δυνατό να επιτευχθεί. Άλλες όμως, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, υστερούν».
Η Ελλάδα χειρότερη στην Ευρώπη
Συγκρίνοντας την κατάσταση στις χώρες καταγωγής του (Ελλάδα) και εργασίας του (Βρετανία), ο έλληνας ερευνητής τόνισε ότι «και οι δύο έχουν πολύ καλούς αντικαπνιστικούς νόμους, όμως οι προσπάθειες εφαρμογής τους στην Ελλάδα έχουν υπάρξει πολύ ανεπαρκείς, κάτι που αντανακλάται στο υψηλό ποσοστό των Ελλήνων που αναφέρουν ότι εκτίθενται στο παθητικό κάπνισμα».
Ειδικότερα, στην Ελλάδα το ποσοστό των ατόμων που δήλωσαν ότι ήταν εκτεθειμένοι σε καπνό από τσιγάρα σε εστιατόριο ήταν 72,7% το 2009 και είχε οριακά μειωθεί στο 71,7% το 2014. Στα μπαρ/καφέ όμως οι εκτεθειμένοι σε παθητικό κάπνισμα στη χώρα μας από 79,2% το 2009 είχαν αυξηθεί σε 82,8% το 2014.
Από την άλλη, φαίνεται μια μικρή βελτίωση στο παθητικό κάπνισμα στους χώρους εργασίας στην Ελλάδα, αφού το 2009 το ποσοστό των εκτεθειμένων στον καπνό των συναδέλφων τους ήταν 61%, ενώ το 2014 είχε υποχωρήσει λίγο στο 59,4%, παραμένοντας όμως πολύ υψηλό για τα ευρωπαϊκά δεδομένα (υπερδιπλάσιο από το μέσο ευρωπαϊκό όρο 27,5%).
Όπως δήλωσε στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο κ. Φιλιππίδης, «στη μελέτη μας αναλύσαμε δεδομένα μέχρι το 2014. Υπάρχουν δεδομένα και από την άνοιξη του 2017, τα οποία δεν έχουμε αναλύσει λεπτομερώς ακόμα, αλλά δείχνουν ότι δεν υπάρχει καμία βελτίωση στην Ελλάδα. Μάλιστα τα νούμερα είναι ελαφρώς χειρότερα σε σχέση με το 2014. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ακόμα και χώρες που είχαν παρόμοια προβλήματα με την Ελλάδα, όπως η Ρουμανία, έχουν κάνει πρόοδο στην εφαρμογή της νομοθεσίας για την προστασία από το παθητικό κάπνισμα, η κατάσταση στην Ελλάδα είναι πλέον με διαφορά η χειρότερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Ο κ. Φιλιππίδης επεσήμανε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «το παθητικό κάπνισμα είναι υπεύθυνο για εκατοντάδες θανάτους στην Ελλάδα κάθε χρόνο. Οι νόμοι μας είναι καλοί. Αυτό που μένει, είναι να εφαρμοστούν. Όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν δείξει μνημειώδη ανικανότητα να κάνουν το αυτονόητο και να εφαρμόσουν τους νόμους που το ελληνικό κοινοβούλιο έχει ψηφίσει και υποστηρίζονται από την πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών, όπως δείχνουν σχετικές έρευνες. Αυτό που χρειάζεται είναι απλώς να ακολουθήσουμε το παράδειγμα των άλλων χωρών της Ευρώπης. Η μη εφαρμογή του νόμου κοστίζει εκατοντάδες ζωές κάθε χρόνο. Πόσο ακόμα θα το ανεχόμαστε;»
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι το παθητικό κάπνισμα αυξάνει τον κίνδυνο εγκεφαλικού, στεφανιαίας νόσου και καρκίνου των πνευμόνων, με συνέπεια να ευθύνεται για πάνω από 600.000 θανάτους ετησίως στον κόσμο.