Ο Πίτερ Νόρμαν στους Ολυμπιακούς του ’68 έκανε το ακατόρθωτο: Τερμάτισε δεύτερος στo 200άρι πίσω από τον Αμερικανό Τόμι Σμιθ, γνωστός και με το προσωνύμιο «το τζετ» για προφανείς λόγους, και κλάσματα του δευτερολέπτου μπροστά από τον Τζον Κάρλος. Ο λευκός δρομέας ανάμεσα στους δύο μαύρους και μάλιστα με τον Σμιθ να γίνεται ο πρώτος άνθρωπος που έσπασε το φράγμα των 20 δευτερολέπτων τερματίζοντας με χρόνο 19.82, λογικά είναι ένα από τα μεγάλα πρόσωπα των Aγώνων.
Εντούτοις αυτό που όλοι θυμόμαστε από αυτούς τους Ολυμπιακούς του Μεξικού και πολύ περισσότερο από αυτήν την κούρσα είναι ο «Μαύρος Χαιρετισμός» (Βlack Salute) των Σμιθ και Κάρλος. Οι δύο αθλητές είχαν ήδη αποφασίσει να μετατρέψουν σε σιωπηλή διαμαρτυρία υπέρ των δικαιωμάτων των αφροαμερικανών στις ΗΠΑ την απονομή. Μπήκαν με μαύρες κάλτσες χωρίς παπούτσια στο στάδιο, για να δείξουν όπως ανέφερε τότε το ρεπορτάζ του BBC, την φτώχεια στην ρατσιστική Αμερική.
Ο Σμιθ φορούσε ένα μαύρο φουλάρι για να εκφράσει την μαύρη περηφάνεια. Σήκωσε τη δεξιά γαντοφορεμένη στα μαύρα γροθιά του για να δείξει την μαύρη δύναμη στην Αμερική και ο Κάρλος την αριστερή για να δείξει την μαύρη ενότητα. Τα περίφημα αυτά δερμάτινα γάντια έγιναν το σύμβολο των Μαύρων Πανθήρων.
Και ο Νόρμαν; Αντιλήφθηκε ότι κάτι πρόκειται να συμβεί την ώρα που οι αθλητές περίμεναν για την απονομή βλέποντας τους δύο Aφροαμερικανούς χωρίς παπούτσια. Τους ρώτησε, του εξήγησαν. «Θα σταθώ στο πλευρό σας» είπε αποφασιστικά εκφράζοντας συγκινητικά τις βαθιές αντιρατσιστικές του απόψεις. «Μα τι θέλει από τη ζωή του αυτός ο λευκός Aυστραλός; Κέρδισε ασημένιο μετάλλιο, ας το πάρει και ας τελειώνουμε» σκέφτηκε εκείνη την ώρα ο Σμιθ.
O Tόμι Σμιθ με το χρυσό μετάλλιο και ο Τζον Κάρλος με το χάλκινο υψώνουν τις γροθιές τους. Ο Πίτερ Νόρμαν με το ασημένιο μετάλλιο στέκεται ψύχραιμος στο βάθρο. Ηταν μια στάση που την πλήρωσε ακριβά…
Η αποφασιστικότητα όμως του Νόρμαν τους έπεισε. Oπως αναφέρει το βρετανικό History Learning Site ήταν δική του ιδέα να φορέσει ο ένας στο δεξί χέρι μαύρο γάντι και ο άλλος στο αριστερό (ελλείψει και δεύτερου ζευγαριού βέβαια). Ο ίδιος o Nόρμαν πήρε από τον Πολ Χόφμαν, μέλος της αμερικανικής ομάδας ποδηλασίας που αν και λευκός ήταν ενεργό μέλος του κινήματος υπέρ των δικαιωμάτων των Aφροαμερικανών, την κονκάρδα της Ολυμπιακής Καμπάνιας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα που ήδη φορούσαν στο στήθος και οι Σμιθ και Κάρλος. Ο Νόρμαν τη φόρεσε και αυτός.
Η συνέχεια για τους Σμιθ και Κάρλος είναι Iστορία. Λίγο πολύ γνωστή. Επέστρεψαν κακήν κακώς στις ΗΠΑ, τους αφαιρέθηκαν τα μετάλλια, τους απαγορεύτηκε η συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες, έζησαν κυνηγημένοι και άσημοι... Με το κίνημα για τα δικαιώματα των αφροαμερικανών και γενικότερα για τα πολιτικά δικαιώματα στις ΗΠΑ να βρίσκεται σε άνοδο, ακτιβιστές και αφροαμερικανοί, όμως, τους δέχτηκαν ως ήρωες.
Τι έγινε όμως με τον «λευκό ανάμεσα στους δύο μαύρους»; Η συνέχεια για τον Πίτερ Νόρμαν αποδεικνύεται πολύ πιο σκληρή από ό,τι για τους συναθλητές του. Η αντίδραση της Αυστραλιανής Ολυμπιακής Επιτροπής ήταν άμεση και βίαιη. Ο Νόρμαν επισήμως δέχτηκε αυστηρή επίπληξη. Ανεπισήμως γνώρισε τη χλεύη και , το χειρότερο, τη λήθη από τους συμπατριώτες του, σάν να είχε διαπράξει τη μεγαλύτερη ύβρι. Παρά το γεγονός ότι το επίτευγμά του στους Αγώνες ήταν πρωτοφανές για τα δεδομένα της χώρας, αντιμετωπίστηκε σαν να μην είχε γίνει από τα αυστραλιανά ΜΜΕ και μέσω αυτών και από τους πολίτες.
Ο Νόρμαν συνέχισε να κάνει πρωταθλητισμό αλλά δεν πήρε ποτέ το «πράσινο φως» για τους Ολυμπιακούς του Μονάχου τέσσερα χρόνια μετά. Οπως δήλωνε ο ίδιος στο ντοκιμαντέρ «Salute» που έφτιαξε προς τιμήν του ο ανιψιός του, Μάθιου Νόρμαν, έπιασε το όριο για τους Ολυμπιακούς του Μονάχου 13 φορές στα 200 μέτρα και πέντε φορές στα 100!«Προτίμησαν όμως να με αφήσουν πίσω παρά να με πάρουν μαζί τους»δήλωνε πικρά.
Εγκατέλειψε τον πρωταθλητισμό και έγινε καθηγητής γυμναστικής ασχολούμενος με το ποδόσφαιρο ενώ δούλεψε ακόμη και σε κρεοπωλείο για να ζήσει. Ο ίδιος όσο και η οικογένειά του παρέμειναν δακτυλοδεικτούμενοι για χρόνια. Έπειτα από ένα σοβαρό ατύχημα στο ποδόσφαιρο, όπου τραυματίστηκε στον αχίλλειο τένοντα, έπαθε γάγγραινα και παραλίγο να τον ακρωτηριάσουν. Πέρασε χρόνια καθισμένος σε αναπηρικό καροτσάκι, κάτι που προφανώς του στοίχισε ακόμη περισσότερο, με αποτέλεσμα να δώσει μάχη και με την κατάθλιψη και με τον αλκοολισμό.
Παρόλα αυτά, ο Νόρμαν αρνήθηκε σθεναρά να καταδικάσει την πράξη των Σμιθ και Κάρλος και να ζητήσει συγνώμη για την δική του στάση. «Πιστεύω ότι κάθε άνθρωπος γεννιέται ίσος με τους άλλους και θα πρέπει να του φέρονται με τον τρόπο αυτό» επέμεινε να δηλώνει μέχρι τέλους επαναλαμβάνοντας όσα δήλωσε μετά την τελετή απονομής. Μια στάση απολύτως συνεπής με την όλη του πορεία. Παιδί φτωχής εργατικής οικογένειας της Μελβούρνης, γαλουχημένος στον Στρατό της Σωτηρίας, ο Νόρμαν πολύ πριν από τους Ολυμπιακούς του Μεξικού ήταν πολέμιος της επικρατούσας πολιτικής περί «Λευκής Αυστραλίας».
Η επιλογή του Νόρμαν να σταθεί σε εκείνο το βάθρο στο πλευρό των Σμιθ και Κάρλος ήταν μια συνειδητή επιλογή. Γνώριζε πολύ καλά ότι εκείνη τη στιγμή ερχόταν αντιμέτωπος με την «Λευκή Αυστραλία». Τη «Λευκή Αυστραλία» που «καλοδεχόταν» μόνο τους λευκούς μετανάστες και απέρριπτε τους υπόλοιπους, που έδινε δικαίωμα ψήφου στους αυτόχθονες το 1965.
Τη «Λευκή Αυστραλία» που μετά από δημοψήφισμα ενέταξε στην απογραφή του πληθυσμού και τους Αβορίγινες, για πρώτη φορά, το 1967. Όταν ο Νόρμαν στεκόταν στο βάθρο με την κονκάρδα της Ολυμπιακής Καμπάνιας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, συνέχιζε να είναι επίσημη πολιτική της Αυστραλίας η απομάκρυνση των παιδιών των αυτοχθόνων Αβοριγίνων από τις οικογένειές τους για να «εκπολιτιστούν».
Αν και ο χρόνος που έκανε σε εκείνη την ιστορική κούρσα (20,06) παραμένει ρεκόρ για την Αυστραλία, μέχρι και το 2012, το όνομα του Νόρμαν δεν αναφερόταν καν στους καταλόγους με τους καλύτερους 100 αθλητές της χώρας, ούτε στις λίστες με τα μεγαλύτερα αθλητικά της επιτεύγματα! «Στην Αμερική ο κόσμος τον ξέρει, εδώ ο κόσμος σοκάρεται όταν μαθαίνει ότι ο λευκός εκείνος άνδρας σε εκείνη τη φωτογραφία ήταν Αυστραλός» είπε ο ανιψιός του, ο οποίος μιλώντας στο CNN, κατήγγειλε ότι η Ολυμπιακή Επιτροπή της Αυστραλίας δεν κάλεσε τον ολυμπιονίκη θείο του σε καμία εκδήλωση για τους Ολυμπιακούς στο Σίδνεϋ το 2000.
Αντίθετα, ήταν επίσημος προσκεκλημένος της Ολυμπιακής Επιτροπής των ΗΠΑ, η οποία κανόνισε και την πτήση και την παραμονή του στο Σίδνεϊ, ενώ ήταν το τιμώμενο πρόσωπο στη γιορτή που έγινε για τα γενέθλια του περίφημου αμερικανού «διακοσάρη» Μάικλ Τζόνσον, ο οποίος μάλιστα του ομολόγησε ότι τον θεωρεί ήρωα.
Η επίσημη «συγγνώμη» του αυστραλιανού κοινοβουλίου στον Νόρμαν (και όχι του κράτους με κάποια σειρά άλλων ενεργειών) είναι η πιο επίσημη απόδειξη όσων υπέστη μετά από εκείνο το μοιραίο βράδυ στο βάθρο των Ολυμπιακών Αγώνων του Μεξικού. Τον Αύγουστο το 2012, στην πρώτη συζήτηση για το θέμα στο κοινοβούλιο, η Ολυμπιακή Επιτροπή της Αυστραλίας επέμεινε μέχρι τέλους ότι ο Νόρμαν δεν αποκλείστηκε από τίποτε, ότι δεν προσκλήθηκε κανείς από τους πρώην αθλητές στις εκδηλώσεις για τους Ολυμπιακούς στο Σίδνεϊ και ότι δεν χρειάζεται να υπάρξει καμία επίσημη απολογία.
Τελικά, τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, το κοινοβούλιο προχώρησε στην δημοσιοποίηση μιας επίσημης συγγνώμης υπό την πίεση του βουλευτή του Εργατικού Κόμματος Αντριου Λάιχ, με την οποία:
-Αναγνωρίζει τα εκπληκτικά αθλητικά επιτεύγματα του Πίτερ Νόρμαν ο οποίος κέρδισε το ασημένιο μετάλλιο στα 200 μέτρα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικού με χρόνο 20,06, που παραμένει ρεκόρ Αυστραλίας
-Αναγνωρίζει το θάρρος του να φορέσει στο βάθρο το σήμα της Ολυμπιακής Καμπάνιας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα σε ένδειξη αλληλεγγύης με τους αφροαμερικανούς αθλητές Τόμι Σμιθ και Τζον Κάρλος που προχώρησαν στον «Μαύρο Χαιρετισμό»
-Ζητά συγνώμη από τον Πίτερ Νόρμαν για το λάθος της Αυστραλίας να μην τον στείλει στους Ολυμπιακούς του Μονάχου το 1972 αν και είχε πολλές φορές «πιάσει» το όριο του χρόνου και (ύστερα από επίμονή παρέμβαση του βουλευτή Άντριους) και ζητά συγνώμη για τη συμπεριφορά με την οποία βρέθηκε αντιμέτωπος όταν γύρισε στην Αυστραλία από το Μεξικό και την αποτυχία αναγνώρισης του ρόλου του όσο ήταν εν ζωή.
– Εστω και καθυστερημένα αναγνωρίζει τον ισχυρό ρόλο που ο Πίτερ Νόρμαν διαδραμάτισε στην επικράτηση φυλετικής ισότητας.
Την καθυστερημένη, για σχεδόν μισό αιώνα, αυτή δικαίωση ο Πίτερ Νόρμαν δεν την έζησε ποτέ. Πέθανε από καρδιακή ανακοπή στις 9 Οκτωβρίου του 2006. Το φέρετρό του σήκωσαν στους ώμους ο Τόμι Σμιθ και ο Τζον Κάρλος. «Ο Πίτερ γύρισε στην πατρίδα του έπειτα από εκείνη την απονομή και ήρθε αντιμέτωπος με μια ολόκληρη χώρα. Ήταν ένας μοναχικός στρατιώτης», δήλωσε ο Κάρλος. Επίλεξε να θυσιαστεί συνειδητά στο όνομα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δεν υπάρχει κανένας άλλος που θα έπρεπε να τιμάται και ν΄ αναγνωρίζεται από την Αυστραλία περισσότερο από αυτόν».
«Πλήρωσε το τίμημα της επιλογής του πολύ ακριβά», συμπλήρωσε ο Τόμι Σμιθ. «Δεν ήταν μια πράξη απλώς για να βοηθήσει εμάς τους δύο. Ήταν ένας λευκός, ένας λευκός Αυστραλός ανάμεσα σε δύο έγχρωμους, τη στιγμή μιας μεγάλης νίκης, που όρθωσαν ανάστημα όλοι μαζί για τον ίδιο σκοπό».
Τι σκεφτόταν ο ίδιος μετά από όλα αυτά που πέρασε; Όπως περιέγραψε ο ίδιος στο ντοκιμαντέρ «Salute»: «Δεν έβλεπα γιατί ένας άνθρωπος μαύρος δεν μπορούσε να πιεί νερό από μια πηγή, να πάρει το ίδιο λεωφορείο ή να πάει στο ίδιο σχολείο με έναν λευκό. Ήταν μια κοινωνική αδικία για την οποία δεν μπορούσα να κάνω τίποτε από την θέση στην οποία βρισκόμουν, αλλά αυτό δεν άλλαζε ότι την απεχθανόμουν. Κάποιοι λένε ότι το να μοιραστώ το ασημένιο μου μετάλλιο με όλα όσα συνέβησαν εκείνη την νύχτα στην απονομή επισκίασε την αθλητική μου επίδοση. Αντίθετα έγινε το αντίθετο. Πρέπει να ομολογήσω ότι είμαι περήφανος που ήμουν μέρος όλου αυτού που έγινε».
«Τα άλογα του ιπποδρόμου, τα κοκόρια στις κοκορομαχίες και οι αθλητές δεν έχουν το δικαίωμα να χαλάσουν τη γιορτή», όπως γράφει ο Εντουάρντο Γκαλεάνο στους «Καθρέφτες».