Ο υποφαινόμενος, όντας παιδί, έτυχε να έχει για πατέρα και μάνα, τύπους μάλλον διανοούμενους και αποστασιοποιημένους, ελάχιστα υποψιασμένους περί τον αθλητισμό. Έτσι ενώ μέσα του υπέβοσκε η επιθυμία να ξεκινήσει είτε στίβο είτε κολύμβηση είτε μπάσκετ στον, παρακείμενο στη γενέθλια οικία του, «ΕΘΝΙΚΟ Γ.Σ», αυτό ποτέ δεν συνέβη. Διότι έλειπε το γονικό χέρι που θα τον οδηγούσε στις αθλητικές εγκαταστάσεις και η σκεπή της φιγούρας που θα τον συντρόφευε τις ώρες της προπόνησης.
Αυτή λοιπόν η ανεκπλήρωτη επιθυμία του κάποτε παιδιού, όταν αυτό έγινε με την σειρά του από σύμπτωση πατέρας, μετεφέρθη με έναν αταβιστικό τρόπο στο να πράξει εκείνος αυτό το οποίο του στέρησαν. Έτσι λοιπόν ο υπογραφόμενος πήρε το δικό του νιάνιαρο και τεχνηέντως και φαινομενικά χαλαρός το οδήγησε ένα Σάββατο πρωί του 1994 στο Κέντρο Νεότητος της νέας του γειτονιάς. Εκεί κάθισαν παρέα στις τσιμεντένιες εξέδρες χαζεύοντας κάτι «γατιά» στη σειρά να μπιστάνε την θεόρατη για το δέμας τους πορτοκαλί μπάλα. Όταν τελείωσε η «παρέλαση», ο μεγάλος ρώτησε τον μικρό εάν ήθελε να έρθουνε και αύριο εκεί. Ο μικρός, ίσα που είχε μάθει να μιλάει, έγνεψε «ναι» . Την Κυριακή ξαναπήγαν παρέα και κάθησαν στο ίδιο σημείο. Όταν πάλι τελείωσε η «προπόνηση» ο μεγάλος ρώτησε τον μικρό εάν ήθελε να τον βάλει μέσα στην ομάδα των παιδιών που παρακολουθούσαν. Μετά το δεύτερο δειλό καταφατικό νεύμα, ο μεν μικρός μπήκε για τα καλά στον κόσμο του μπάσκετ, ο δε μεγάλος έκτοτε γνώρισε μαζί τους όλα τα ανοικτά γήπεδα του λεκανοπεδίου (και με χιόνια και με κρύα) και τα πλείστα κλειστά.
Την ιστοριούλα αυτή την ανέφερα για να καταλήξω στο επιμύθιο, ότι χωρίς γονέα υποβολέα και παρατρεχάμενο, αθλητής δύσκολα ανδρώνεται. Αρκεί βέβαια να το θέλουν και οι δύο μαζί. Διότι, εάν ο μεν γονιός το κάνει σαν αγγαρεία ή το βλέπει σαν αφορμή για να την «κάνει» από το σπίτι, μακροημέρευση δεν θα υπάρξει. Εάν, από την άλλη, το παιδί ξεενθουσιαστεί και μπουχτίσει τότε θα έχουμε «άρνηση ίππου», που λένε στην ιππασία. Και χωρίς ίππο να πηδά τα εμπόδια, όσο και δεινός να είναι ο αναβάτης, καλύτερα θα είναι να αφιππεύσει, να το πάρει απόφαση και να πάει σπίτι του.
Εντύπωση μου έκανε το γεγονός ότι, παρόλο που η ελληνική οικογένεια έχει ισχυρότατους δεσμούς, ελάχιστοι ήταν οι γονείς που είχαν τα παιδιά τους από κοντά. Τα περισσότερα προπονούνταν και έπαιζαν αμολυτά. Οι γονείς που παρευρίσκονταν στις αθλητικές δραστηριότητες των επιγόνων τους κατατάσσονταν σε δύο κύριες κατηγορίες.
Η πρώτη κατηγορία, η πολυπληθέστερη, ήταν αυτή των νευρωσικών-παρεμβατικών γονιών, αυτών που πίστευαν ότι είχανε τεύξει το παιδί θαύμα και πάντα έφταιγαν οι πέριξ και πότε το τέκνο τους. Αυτοί οι γονείς την έπεφταν στον προπονητή για τον λίγο χρόνο συμμετοχής, στον συμπαίκτη που δεν έδωσε πάσα, στο γονιό που σχολιάζει το δικό του παιδί, στον διαιτητή για υποτιθέμενο «φαλτσοσφύρισμα», στον πρόεδρο που δεν έδωσε προπονητικά κ.ο.κ Ασυναίσθητα ήλπιζαν ότι, μέσω της ανέλιξης του παιδιού τους, θα ικανοποιούσαν όλη την παρεπιδημούσα μιζέρια τους και την εν τω μεταξύ διάψευση του βίου τους. Τα παιδιά αυτών των γονιών λίγη αθλητική πορεία θα έχουν και στην μετέπειτα ζωή τους θα τα βρουν σκούρα.
Η δεύτερη κατηγορία ήταν αυτή των γονιών που φρονούσαν ότι μέσω του συστηματικού αθλητισμού και των επιγενόμενων δυσκολιών του, ο γόνος θα δει ότι η αληθινή ζωή δεν είναι η μαμάκα και ο μπαμπάκας. Θα ακούσει μειωτικά-υβριστικά σχόλια, θα φάει πάγκο, θα βγεί να παίξει σε έδρες που θα τρέμουν τα γονατάκια του, θα μάθει να πειθαρχεί έστω και σε ανόητες εντολές, θα μάθει να σέβεται έστω και ανθρώπους που δεν το αξίζουν, θα..., θα… Με άλλα λόγια ο γονιός αυτός θεωρεί ότι η αθλητική ενασχόληση μέσα από το σωματείο θα είναι ένα πρώτης τάξεως σχολείο για το τι θα συναντήσει ο μικρός στην έξω κοινωνία των αρπακτικών. Προετοιμάζει λοιπόν ο γονιός το τέκνο, ώστε να είναι έτοιμο, όταν αυτός θα κλείσει τα μάτια του, να αντιμετωπίσει τα θηρία που θα βρει στο διάβα του. Ο τύπος αυτός γονέως παρακολουθεί μακρόθεν τον μικρό του, δεν παρεμβαίνει, δεν απαιτεί, δεν τσακώνεται, δεν δίνει δίκαιο στο παιδί του (έστω κι αν έχει), δεν…, δεν… Το αφήνει μόνο του να κολυμπήσει, να «καθαρίσει», να βρει λύσεις. Κοινώς να πάρει μυρωδιά ζωής και να επιβιώσει.
Υ.Γ. Παραίνεση. Διαβάστε ένα ψυχογενές άρθρο που με αιχμαλώτισε στο site της ΕΣΚΑ, στην ενότητα «Αφιερώματα», με τίτλο «Αντί για μία μάζωξη σκέψεων…»
- Δημοσθένης Δέπος