Αλλά αυτή η κατάσταση γραμμικής κίνησης αλλάζει γρήγορα από κάθε άποψη. Και η μεγαλύτερη αλλαγή είναι αυτή που ο φανταστικός οικονομολόγος μας, κοιτάζοντας τα στοιχεία, δεν θα παρατηρήσει ακόμη: Τα τελευταία 20 χρόνια έχουμε δημιουργήσει μια εντελώς νέα μορφή κεφαλαίου, έναν ολοκαίνουργιο πόρο, δηλαδή τη γνώση.
Μέχρι το 1900, κάθε κοινωνία θα μπορούσε να λειτουργήσει το ίδιο καλά και χωρίς τους ανθρώπους της γνώσης. Μπορεί να χρειάζονταν δικηγόροι για να υπερασπιστούν τους εγκληματίες και γιατροί για να γράφουν τα πιστοποιητικά θανάτου, αλλά οι εγκληματίες θα τα είχαν καταφέρει σχεδόν εξίσου καλά χωρίς τους δικηγόρους, όσο και οι ασθενείς χωρίς τους γιατρούς. Χρειαζόμασταν τους δασκάλους για να διδάξουν άλλα πράγματα που θα κοσμούσαν την κοινωνία, αλλά κι αυτό ήταν ευρέως «διακοσμητικό». Ο κόσμος περηφανευόταν για τους ανθρώπους της γνώσης, αλλά η κοινωνία δεν τους χρειαζόταν για να λειτουργήσει.
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του σαράντα, η General Motors έκρυβε προσεκτικά το γεγονός ότι ένας από τους τρεις κορυφαίους της εταιρείας, ο Albert Bradley, είχε διδακτορικό. Έκρυβε ακόμα και ότι είχε πάει στο κολέγιο… Το να έχει κάποιος ένα διδακτορικό ήταν περίπου ενοχλητικό εκείνη την εποχή.
Σήμερα, οι εταιρείες καυχώνται για τα διδακτορικά των εργαζομένων που απασχολούν. Η γνώση έχει γίνει πόρος κεφαλαίου, όμως είναι τρομερά ακριβή. Ένας άνθρωπος που αποφοιτά από ένα καλό business school αντιπροσωπεύει περίπου κοινωνική επένδυση 100.000 δολαρίων, χωρίς να υπολογίζουμε τι δαπάνησαν οι γονείς του γι’ αυτόν, αλλά και το κόστος ευκαιρίας. Οι παππούδες του και οι πρόγονοι τους έπρεπε να πηγαίνουν καθημερινά στη δουλειά σε ηλικία 12 ή 13 ετών, ίσως με την τσάπα στο χέρι για να μαζέψουν πατάτες, έτσι ώστε να μπορεί να παραιτηθεί από τα δέκα χρόνια της δικής του εργασιακής συμβολής στην κοινωνία. Και αυτή είναι μια τεράστια επένδυση κεφαλαίου.
Εκτός από το να ξοδεύουμε όλα αυτά τα χρήματα, σήμερα μπορούμε επίσης να κάνουμε κάτι πολύ επαναστατικό. Να εφαρμόσουμε τη γνώση στην εργασία. Περιέργως, επτά χιλιάδες χρόνια πριν, η πρώτη μεγάλη ανθρώπινη επανάσταση έλαβε χώρα όταν οι πρόγονοί μας, εφάρμοσαν για πρώτη φορά την ικανότητα τους να εργαστούν. Δεν χρησιμοποιούσαν τη δεξιότητα για να υποκαταστήσουν τη σωματική τους δύναμη. Η πιο εξειδικευμένη εργασία απαιτεί πολύ συχνά μεγαλύτερη φυσική δύναμη. Κανένας σκαφτιάς δεν εργάζεται σκληρότερα από έναν χειρουργό που κάνει μια σημαντική εγχείριση. Αντίθετα, οι πρόγονοί μας έβαζαν τις δεξιότητες στην κορυφή της σωματικής εργασίας. Και τώρα, μια δεύτερη επανάσταση συντελείται με το να θέτουμε τη γνώση στην κορυφή και των δύο. Όχι ως υποκατάστατο για τις δεξιότητες, αλλά ως μια εντελώς νέα διάσταση. Οι δεξιότητες από μόνες τους δεν φτάνουν πια.
Αυτό έχει τώρα δύο ή τρεις σημαντικές συνέπειες για το μάνατζμεντ.
Πρώτον, θα πρέπει να μάθουμε να κάνουμε τη γνώση παραγωγική. Ακόμα, όμως, δεν γνωρίζουμε πραγματικά τον τρόπο. Το κόστος μισθοδοσίας των εργαζομένων της γνώσης ανέρχεται ήδη σε περισσότερο από το ήμισυ του εργατικού κόστους σχεδόν όλων των επιχειρήσεων που γνωρίζουμε. Αυτό αντιπροσωπεύει μια τεράστια επένδυση κεφαλαίου σε ανθρώπινα όντα. Αλλά μέχρι στιγμής ούτε η εξέλιξη της παραγωγικότητας, ούτε τα περιθώρια κέρδους εμφανίζουν σημάδια ανταπόκρισης στην επένδυση αυτή. Για να το πούμε ξεκάθαρα, αν και οι επιχειρήσεις πληρώνουν για τους ανθρώπους της γνώσης, δεν εισπράττουν και πολλά από αυτή την επένδυση. Και αν κοιτάξετε τον τρόπο που διαχειριζόμαστε τους ανθρώπους της γνώσης, ο λόγος είναι προφανής: δεν ξέρουμε πώς.
Ένα από τα λίγα πράγματα που γνωρίζουμε είναι ότι για κάθε εργαζόμενο της γνώσης, ακόμη και για τον υπάλληλο στο αρχείο, υπάρχουν δύο κανόνες. Ο πρώτος είναι ότι η γνώση εξατμίζεται εάν δεν χρησιμοποιείται και επαυξάνεται. Οι δεξιότητες που βρίσκονται εν ύπνω σκουριάζουν, αλλά μπορούν να αποκατασταθούν και να ανακαινισθούν πολύ γρήγορα. Αυτό δεν ισχύει για τη γνώση. Αν δεν υπάρχει η πρόκληση για αύξηση της γνώσης, τότε αυτή εξαφανίζεται γρήγορα. Είναι απείρως πιο ευπαθής από οποιονδήποτε άλλο πόρο είχαμε ποτέ. Ο δεύτερος κανόνας είναι ότι το μόνο κίνητρο για γνώση είναι το επίτευγμα. Όποιος είχε κάποτε μια μεγάλη επιτυχία έκτοτε παρακινείται. Είναι μια γεύση που δεν χάνεται. Έτσι, όντως γνωρίζουμε λίγα πράγματα για το πώς να κάνουμε τη γνώση παραγωγική.
Πηγή: Mc Kinsey από το άρθρο που έγραψε ο Peter Drucker το 1967, με τίτλο «Ο μάνατζερ και ο ηλίθιος»