Το επικοινωνιακά ευπώλητο «Δεν Ξεχνώ», υποκατέστησε βολικά το ατομικό και γενικό καθήκον για την απαλλαγή από την τουρκική κατοχή, που τείνει να κατοχυρώσει έννομα αποτελέσματα και να εγγράψει υποθήκες συνδιαχείρισης και οιονεί ομηρίας της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Υπήρξαν στρατιωτικά, πολιτικά και διοικητικά στελέχη στην Αθήνα και την Λευκωσία τον Ιούλιο του ΄74 που υπηρέτησαν συνειδητά και εντεταλμένα το ολέθριο σχέδιο παράδοσης τμήματος Κυπριακού εδάφους στην Τουρκία. Και έμειναν ατιμώρητα.
Με αποτέλεσμα η ασυλία τους, να διαμορφώσει στη συνέχεια την κυρίαρχη συμπεριφορά μιας ανυπόφορης απάθειας. Ώστε έφτασαν στις μέρες μας κάποιοι να έχουν σηκώσει κεφάλι στις δύο πρωτεύουσες και να διεκδικούν το μερτικό τους στα δημόσια πράγματα.
Εμφανίζεται ακόμα και η αποθρασυμένη ναζιστική οργάνωση της Χρυσής Αυγής, υπέρμαχος ενός κίβδηλου πατριωτισμού που γίνηκε διάτρητος, ένα κουρελόχαρτο στα χέρια της χούντας των συνταγματαρχών και των συνενόχων τους, που παρέδωσαν εγκληματικά χωρίς αντίσταση το Νησί, να ζητά τα ρέστα.
Η πικρή αλήθεια είναι ότι το Κυπριακό σταμάτησε από χρόνια να «πουλάει». Πολιτικές ηγεσίες στον Ελλαδικό χώρο, χωρίς ιστορική γνώση, πρόθυμες για ποικίλους συμβιβασμούς και αδύναμες να αντέξουν στους ισχνούς τους ώμους ζωτικά υπαρξιακά διλήμματα για το Έθνος, συνεπικουρούμενες από ενημερωτικά μέσα και ακριβές δημοσιογραφικές πένες, έστερξαν στην υποβάθμιση του Κυπριακού ζητήματος, από πρόβλημα εισβολής και κατοχής σε δευτερεύον θέμα, δικοινοτικής διαφοράς.
Όταν δεν έχεις αντοχές να διαχειριστείς μείζονες εθνικές ευθύνες, καταφεύγεις στη θεωρία, των «χαμένων ευκαιριών» αποκαλύπτοντας οικτρά τα όρια της εθνικής σου κόπωσης, ή άλλοτε ευχαριστώντας τις ΗΠΑ για να μην μπλέκεις σε «περιττές περιπέτειες»….
Στα νερά αυτά των Λωτοφάγων, αφέθηκε στη λήθη, η ανυπέρβλητη υποχρέωση της Ελλάδας, όχι μόνο να αναλάβει τις ευθύνες της στην υπεράσπιση των δικαίων του Ελληνισμού, αλλά, να ασκήσει εν κατακλείδει στοιχειωδώς τις αρμοδιότητές της, ως εγγυήτριας δύναμης.
«Η Κύπρος αποφασίζει-η Ελλάς συμπαρίσταται», ήταν το… «εθνάρχειο» υποκριτικό δόγμα που υποκατέστησε ρητορικά, την άλλη απεχθή όψη του, όσων δυσκολεύονται να διακρίνουν τι ακριβώς διακυβεύεται στο μέτωπο Θράκης- Αιγαίου- Κύπρου και υποστήριζαν πάντα, ότι, «η Κύπρος πέφτει μακριά»…
Εγκλωβισμένοι σε ένα κοσμοπολίτικο και ψευτοαριστερό διεθνισμό της συμφοράς, που προβάλλει το ανεδαφικό επιχείρημα ότι «οι λαοί δεν έχουν τίποτε να χωρίσουν μεταξύ τους» και τις υστερικές κραυγές εκείνων των ψυχολογικά ασταθών προγονόπληκτων που καταφεύγουν για παρηγορία σε παρελθόντα κλέη, λίγοι δείχνουν να αντιλαμβάνονται σήμερα στην γονατισμένη χώρα τη σημασία εννοιών, όπως δημογραφικός δυναμισμός, παραγωγική οικονομία, πολιτική ηγεσία και πολίτες με συλλογικούς στόχους και, ό,τι εν γένει συγκροτεί μια κοινωνία που διαμορφώνει με στρατηγικούς όρους το μέλλον της και δεν εναποθέτει τις προσδοκίες της σε ξένες προτεραιότητες.
Ισχυρός περιφερειακός «παίχτης» στο γεωπολιτικό παίγνιο γίνεται κανείς όταν μπορεί να εγγυηθεί με οικονομικούς και στρατιωτικούς όρους την αξία της ρητορικής του, όχι με βάση ψευδαισθήσεις ενός χλωμού και οριστικά ξεπεσμένου μεγαλείου.
Όθεν η απελευθέρωση της Κύπρου, αργεί. Και δεν θα την κατακτήσουμε, για όσον καιρό στην ασυνάρτητη Βουλή των Ελλήνων, οι εγχώριοι πολιτικοί αστέρες, παίρνοντας αναλόγως πένθιμο ύφος, τηρούν ενός λεπτού υπηρεσιακή σιγή, προτού επιστρέψουν γρήγορα στους ασφαλείς αρμούς μιας επιτηδευμένης σπουδαιοφάνειας.
Του Γιώργου Η. Χατζηδημητρίου