Στη Νίκαια υπάρχουν δεκάδες προσφυγικές κατοικίες που εκτείνονται σε ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα. Τις γειτονιές αυτές συναντά κανείς μέσα στα στενά που βρίσκονται κάθετα στη λεωφόρο Λαοδικείας, παράλληλη της Πέτρου Ράλλη. Οι οδοί έχουν ονομασίες μικρασιατικές -Μουδανιών, Αττάλειας, Σμύρνης... Κάποια από τα σπίτια είναι εγκαταλελειμμένα εδώ και χρόνια. Τα μισοραγισμένα τους τζάμια που ηχούν με κάθε φύσημα του ανέμου θυμίζουν πως κάποτε εδώ υπήρχε ζωή. Ανθρώπινος πόνος και ιστορίες ξετυλίγονται μέσα από τα ντουβάρια και τις ιστορικές συνοικίες. Σε πολλά πάλι κατοικούν οικογένειες μεταναστών και Ρομά. Στα υπόλοιπα προσφυγικά σπίτια μένουν ακόμα δεύτερης και τρίτης γενιάς πρόσφυγες από το μεγάλο διωγμό του 1922.
Το 2001 το ανθρώπινο δυναμικό της Νίκαιας αριθμούσε 93.086 κατοίκους
Περπατήσαμε στη γειτονιά απ’ άκρη σ’ άκρη για να μιλήσουμε με τους ανθρώπους και να ανακαλύψουμε το μυστήριο κάθε τετραγωνικού. Μια ομάδα παιδιών Ρομά έπαιζαν ανέμελα με μια μπάλα, ενώ οι μητέρες τους κάθονταν δίπλα και σιγοψυθίριζαν, προφανώς θέλοντας να μάθουν τι κάνουμε στην περιοχή τους με μια φωτογραφική μηχανή στα χέρια. Από τα παράθυρα αναδύονταν μυρωδιές, σκυλιά περιφέρονταν στους δρόμους, λες κι είχαν κι αυτά ξεμείνει από το παρελθόν. «Αγοράσαμε το σπίτι το 1954, 22.000 δραχμές τότε, ήταν σε μαύρο χάλι. Το φτιάξαμε με τα χέρια μας, δώσαμε ψυχή, γι’ αυτό και το αγαπάμε τόσο», εξήγησε η κ. Παναγιώτα Κάκου, η οποία μας υποδέχτηκε στη φιλόξενη αυλή της τρατάροντας μας ένα γλυκό του κουταλιού. Το είχε φτιάξει η ίδια με μεράκι και αγάπη για τα εγγόνια της… «Τώρα πια φοβόμαστε, πολλοί μετανάστες έχουν εγκατασταθεί στα εγκαταλελειμμένα μόνοι τους. Κλειδώνουμε τα βράδια τρεις φορές, τη στιγμή που κάποτε κοιμόμασταν εδώ με τις πόρτες ανοιχτές», είπε στη συνέχεια ενώ καλωσόρισε τη φίλη της, κ. Κωνσταντίνα Λουκά, η οποία ήρθε για το απογευματινό καφεδάκι. Η κ. Λουκά εξέφρασε το παράπονό της για την άσχημη κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει τα προσφυγικά. «Δεν θέλησα ποτέ να φύγω από ‘δω γιατί εδώ γεννήθηκε και πέθανε η μητέρα μου. Με αυτό τον τρόπο νιώθω κοντά της. Ο μπαμπάς μου ήρθε από τον Πόντο», μας είπε η ίδια.
Στη Νίκαια μεγαλώσαμε, στη Νίκαια θα πεθάνουμε. Εδώ γνώρισαν τους πολέμους οι πρόγονοί μας, γεννηθήκαμε στη φτώχεια, σπουδάσαμε στο πεζοδρόμιο
Ο κ. Γιάννης Σουλιώτης, συνταξιούχος πια, κατάγεται από το Αϊδίνιο και μένει στα προσφυγικά από τότε που γεννήθηκε. «Η γυναίκα μου μεγάλωσε επίσης στην ίδια γειτονιά. Ο πατέρας της ήταν από τη Σμύρνη. Το κράτος είχε υποχρέωση κάποια στιγμή να γκρεμίσει τα προσφυγικά και να κατασκευάσει σύγχρονες οικίες στη θέση τους, τα λεφτά όμως χάθηκαν. Τα σπίτια άλλοι τα έφτιαξαν κάπως καλύτερα, άλλοι τα έδωσαν στα παιδιά τους, λίγοι τα εγκατέλειψαν, γιατί συνήθως οι δεσμοί που συνδέουν τους κατοίκους με αυτά είναι ισχυροί. Το προσφυγικό στοιχείο χάθηκε με τα χρόνια. Στην Καισαριανή, στο Κερατσίνι επικρατούσαν πολύ τα λαϊκά κόμματα στις δημοτικές εκλογές, τώρα παρατηρούμε πως δυστυχώς η Χρυσή Αυγή έχει μεγάλη επιρροή».
Οι προσφυγικές γειτονιές έχουν χάσει τη γνήσια ομορφιά του παρελθόντος
«Ο προσφυγικός συνοικισμός της Νίκαιας, με την ονομασία Νέα Κοκκινιά (μετονομάστηκε σε Νίκαια το 1939), συστάθηκε στις 18 Ιουνίου 1923. Στην περιοχή στεγάστηκαν 6.390 οικογένειες σε 4.484 παραπήγματα, ενώ μέχρι το 1925 είχαν κτισθεί 10.000 δωμάτια για 45.000 οικογένειες. Μέχρι το 1928 οι κάτοικοι τις Νέας Κοκκινιάς ανέρχονταν σε 33.332, ενώ μέχρι το 1940 οι απογραφές δείχνουν πώς ο πληθυσμός της περιοχής άγγιζε τους 80.000 κατοίκους», εξηγεί η ιστορικός Αρχοντία Παπαδοπούλου στο βιβλίο της, «Αττική Νίκαια» (Αθήνα 2009, Λεξίτυπον). Μετά την Μικρασιατική καταστροφή, πλήθος προσφύγων – περί το 1.5 εκατομμύριο – αφίχθησαν στην ελληνική επικράτεια. Η εφημερίδα ΧΡΟΝΟΣ έγραφε την Κυριακή 9-10-1938 ότι ο συνοικισμός της Νέας Κοκκινιάς αποτελούσε την τρίτη πόλη της Αττικής μετά την Αθήνα και τον Πειραιά. Η ίδια εφημερίδα στις 25-2-1939 σημείωνε πως ο πληθυσμός της Κοκκινιάς ανερχόταν στους 75.000 κατοίκους, ενώ το 1940 άγγιζε τις 80.000. Σύμφωνα με την απογραφή του 2001 το ανθρώπινο δυναμικό της Νίκαιας αριθμούσε 93.086 κατοίκους.
Το χαμάμ χτίστηκε από τον αρμένιο αρχιτέκτονα Ατιμ Παλατζιάν για την καθαριότητα των προσφύγων
Λίγο πριν αποχωρήσουμε από την περιοχή της Νίκαιας, επισκεφτήκαμε και το παλιό χαμάμ, το πρώτο λουτρό της πόλης. Χτίστηκε από τον αρμένιο αρχιτέκτονα Ατιμ Παλατζιάν για την καθαριότητα των προσφύγων, Μικρασιατών, Ποντίων, Αρμενίων, όλων των πρώτων κατοίκων του συνοικισμού της Νέας Κοκκινιάς γύρω στο 1924. Είναι ένα τριμερές κτίσμα σε κανονικό ρυθμό λουτρού, που έχει σχεδιαστεί με βάση τα πρότυπα του Βυζαντίου και της Ρώμης. Στο μεγάλο χώρο η θερμοκρασία ήταν υποφερτή, ακριβώς για να συνηθίσει το σώμα. Οι επισκέπτες έπρεπε να βγάλουν τα ρούχα τους εκεί. Έπειτα έμπαιναν στον ενδιάμεσο χώρο, που ήταν πιο ζεστός, μέχρι να καταλήξουν στο λουτρό, που ήταν ο τρίτος και σημαντικότερος χώρος, εξηγεί η κ. Παπαδοπούλου. Μετά το μπάνιο γινόταν το αντίθετο. Έμπαιναν στον χλιαρό χώρο, όπου γινόταν το μασάζ και τέλος στο ψυχρότερο έως ότου ντυθούν και φύγουν. Το νερό ανέβαινε ζεστό μέσα από τα πυρότουβλα και τις σωληνώσεις που υπήρχαν μέχρι να φτάσει στις μεγάλες γούρνες, στις μπανιέρες. Είναι το μοναδικό κομμάτι του χαμάμ που κατάφερε να διασωθεί ως σήμερα.
Φωτογραφίες: Γεωργία Μαλαπάνη