Μία σκέψη που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί τουλάχιστον αντισυμβατική, απέναντι στα στερεότυπα της εποχής. Σε διεθνές επίπεδο το έργο του γνώρισε μεγάλη αναγνώριση, ενώ αντίθετα στο εσωτερικό η αναγνώριση αυτή ήταν λιγότερο εκκωφαντική. Περιττή θα συμπλήρωνε κάποιος, αν σκεφτεί πως τα λογοτεχνικά έργα του Νίκου Καζαντζάκη έχουν μεταφραστεί περισσότερο από κάθε άλλου Έλληνα συγγραφέα.
Νίκος Καζαντζάκης... Η ασυμβίβαστη μορφή της λογοτεχνίας
«Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβάμαι τίποτα, είμαι λέφτερος». Μία από τις φράσεις που έμειναν στην ιστορία της ανθρωπότητας και ανέδειξαν τα ιδανικά της ελευθερίας που κατά καιρούς γίνεται έρμαιο στα χέρια άλλων.
Γεννημένος στο Ηράκλειο της Κρήτης στις 18 Φεβρουαρίου του 1883, όταν ακόμα η Κρήτη, ήταν υπό Οθωμανική Κατοχή, έκανε την πρώτη του δημοσίευση το 1906 με το δοκίμιο "Η Αρρώστια του Αιώνος" και πρώτο του μυθιστόρημα "Όφις και Kρίνο" στο οποίο υπέγραψε με το ψευδώνυμο Κάρμα Νιρβάμη.
Ένα χρόνο αργότερα ξεκίνησε μεταπτυχιακές σπουδές, στο Παρίσι. Εκεί, επηρεάστηκε από τις διαλέξεις του Ανρί Μπεργκσόν. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, δημοσίευσε κριτικές μελέτες σε διάφορα περιοδικά και εξέδωσε το 1909 τη διατριβή του επί υφηγεσία Ο Φρειδερίκος Νίτσε εν τη Φιλοσοφία του Δικαίου και της Πολιτείας.
Ο Νίκος Καζαντζάκης στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο το 1912, κατατάχτηκε εθελοντής, αποσπασμένος στο γραφείο του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου. Στη συνέχεια πρωτοστάτησε στην κίνηση για την ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου, μέσω του οποίου συνδέθηκε φιλικά, το 1914, με τον ποιητή Άγγελο Σικελιανό. Μαζί ταξίδεψαν στο Άγιον Όρος όπου διέμειναν περίπου σαράντα ημέρες, ενώ περιηγήθηκαν και σε πολλά άλλα μέρη της Ελλάδας. Τότε ήρθε σε επαφή και με το έργο του Δάντη, που τον χαρακτηρίζει στα ημερολόγιά του ως έναν από τους δασκάλους του, μαζί με τον Όμηρο και τον Μπεργκσόν.
Οι πολιτικές ιδέες που τον οδήγησαν στη φυλακή
Τον Αύγουστο του 1924, φυλακίστηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης, επειδή είχε αναλάβει την πνευματική ηγεσία κομμουνιστικής οργάνωσης δυσαρεστημένων προσφύγων. Το Μάιο του 1927 απομονώθηκε στην Αίγινα με σκοπό την ολοκλήρωση της Οδύσσειας. Τον ίδιο χρόνο ξεκίνησε την ανθολογία των ταξιδιωτικών του άρθρων για την έκδοση του πρώτου τόμου του Ταξιδεύοντας. Το περιοδικό, Αναγέννηση, του Δημήτρη Γληνού, δημοσίευσε την Aσκητική, το φιλοσοφικό του έργο.
Οι περιπέτειες όμως δεν τελείωσαν εκεί. Το 1930, ο Νίκος Καζαντζάκης κατηγορήθηκε για αθεϊσμό(Ασκητική), ωστόσο, επίσης δεν δικάστηκε ποτέ. Το 1935 ταξίδεψε στην Ιαπωνία και την Κίνα, εμπλουτίζοντας τα ταξιδιωτικά του κείμενα. Το 1938 ολοκλήρωσε την Οδύσσεια, ένα επικό ποίημα στα πρότυπα της Οδύσσειας του Ομήρου, αποτελούμενο από συνολικά 33.333 στίχους και 24 ραψωδίες.
Το 1953 προσβλήθηκε από μόλυνση στο μάτι, γεγονός που τον υποχρέωσε να νοσηλευτεί αρχικά στην Ολλανδία και αργότερα στο Παρίσι. Τελικά, έχασε την όρασή του από το δεξί μάτι. Μετά την επιστροφή του από την Αντίμπ, η ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία επιχειρούσε τη δίωξή του. Κατηγορήθηκε ως ιερόσυλος, με βάση αποσπάσματα του Kαπετάν Mιχάλη και ολόκληρου του Τελευταίου Πειρασμού(1953), που ακόμη δεν είχε κυκλοφορήσει στην Ελλάδα.
«Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες, σας δίνω μια ευχή: Σας εύχομαι να 'ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο η δική μου και να 'στε τόσο ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ», έγραψε ο ίδιος σε επιστολή του, απευθυνόμενος στους εκπροσώπους της εκκλησίας. Λόγω των αντιρρήσεων από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, Αθηναγόρα, δεν αφορίστηκε, ωστόσο, η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδας τον καταράστηκε.
Ο «Ζορμπάς» και η παγκόσμια επιτυχία
Ο γνωστός σε όλους μας Ζορμπάς εκδόθηκε στο Παρίσι το 1947, ενώ με την επανέκδοσή του το 1954, βραβεύτηκε ως το καλύτερο ξένο βιβλίο της χρονιάς. Μετά από δεύτερο ταξίδι στην Κίνα, προσκεκλημένος της κινεζικής κυβέρνησης τον Ιούνιο του 1957, επέστρεψε με κλονισμένη την υγεία του –λευχαιμία. Νοσηλεύτηκε στην Κοπεγχάγη της Δανίας και το Φράιμπουργκ της Γερμανίας, όπου απεβίωσε στις 26 Οκτωβρίου του 1957, σε ηλικία 74 ετών.
Η Ελένη Καζαντζάκη ζήτησε από την Εκκλησία της Ελλάδος να τεθεί η σορός του σε λαϊκό προσκύνημα, αλλά ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Θεόκλητος αρνήθηκε. Η σορός μεταφέρθηκε στο Ηράκλειο. Στον τάφο του Νίκου Καζαντζάκη χαράχθηκε η επιγραφή: «Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβούμαι τίποτα, είμαι λέφτερος».