Πριν καμμιά βδομάδα, περιμένοντας να τελειώσει η προπόνηση του ανδρικού τμήματος μίας ομάδας μπάσκετ των Βορείων Προαστίων, είδα να μπαίνουν στο κλειστό οι τύποι με τα καροτσάκια. Σε σύντομο χρόνο και με ιδιαίτερη ζέση είχαν πλημμυρίσει το παρκέ, έχοντας μια ιδιαίτερη αίσθηση του χώρου και μία σύνδεση με το καλάθι ως με αόρατες κλωστές. Θέλοντας λοιπόν και μη, κάθισα να τους χαζέψω. Σαν να πήρε τ’ αυτί μου ότι ήταν η Εθνική μας ομάδα, αλλά δεν το διασταύρωσα. Παρατηρώντας τους λοιπόν, οι περισσότεροι από την μέση και πάνω ήταν παλληκάρια γυμνασμένα, εύρωστα, αρρενωπά, γρήγορα στη σκέψη και στην κίνηση. Το πόσο ήθελαν να αρμέξουν την ζωή και να δηλώσουν παρόντες ισότιμα ήταν εμφανές.
Από παλιά έπιανα τον εαυτό μου να αποστρέφω ασυνείδητα τα μάτια μου από αυτού του τύπου τον αθλητισμό και να αλλάζω κανάλι στην τηλεόραση όταν έπεφτα πάνω σε Special Olympics. Είχα παγιώσει μια Σπαρτιατική άποψη για τον αθλητισμό. Ότι δηλαδή πρέπει να αθλούνται οι νέοι, οι υγιείς, οι όμορφοι (η ομορφιά είναι ο ορισμός της υγείας). Ότι ο αθλητισμός ήταν εν μέρει το κυνήγι του απόλυτου κάλλους. Χώρος για ημιτελείς, ανάπηρους και βεβαρυμένους από την φύση δεν θεωρούσα ότι έπρεπε να υπάρχει στον αθλητισμό. Μου χαλούσε την αισθητική, το ιδεατό, την μαγεία…
Αυτή λοιπόν η απολιθωμένη, ολοκληρωτική και κατά βάθος αγράμματη άποψή μου (που απαυγάσματα της ήταν η ρίψη των δύσμορφων νεογνών των Λακεδαιμονίων στον Καιάδα και η συστηματική εξόντωση των υπολειπόμενων από το Ναζιστικό καθεστώς του 3ου Ράιχ) μετεστράφη, όταν αναγκαστικά έπεσα πάνω στους καλαθοσφαιριστές Α.Μ.Ε.Α. Είδα λοιπόν ότι μέχρι τώρα ήμουν επιδερμικός, επιφανειακός και άνους. Διότι απ’ αυτό που έβλεπα πληρούνταν και η αντικειμενική υπόσταση του αθλήματος (για την υποκειμενική ούτε λόγος). Έβγαινε η ομορφιά του μπάσκετ. Ήταν περισσότερο μπάσκετ και λιγότερο χειρήλατο. Και αυτό αρκούσε για να με κάνει να τους παραδεχτώ, να τους θαυμάσω και να μεταστρέψω άρδην γνώμη…
- Δημοσθένης Δέπος